Wednesday, September 19, 2007

Τρίτο και 13...

Τρίτωσε (στις 15 Σεπτέμβρη 2007) η επίθεση κατά της αναγνωστικής γαλήνης της γενέθλιας πόλης και του ανυποψίαστου διαδικτυακού περιπλανητή. Αναφέρομαι στη στήλη που διατηρώ στο ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ (http://www.xronometro.gr/) Χωρίς πανηγυρισμούς, βέβαια (εδώ άλλοι εξουσιάσαντες κοντεύουν να γίνουν από εκατό χωριά χωριάτες κι οι χωρικοί των πυρόπληκτων περιοχών ανησυχούν για το τι θα γίνει με τις πρώτες δυνατές βροχές, εγώ θα χαίρομαι;), παραδίδω στην γου-γου-γού(WWW)-σφαιρα το κείμενο και τις εικόνες που το συνόδεψαν.

ΧΡΟΝΟ-λόγος
[λόγος (=άποψη) για το χρόνο ή αναζήτηση του ποιος ήταν ο λόγος (=αιτία) για όσα έφεραν τα χρόνια]


«Μα ο χρόνος ο αληθινός
σαν μικρό παιδί είναι εξόριστος.
Μα ο χρόνος ο αληθινός
είν’ ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός»

Δ. Σαββόπουλος


Καλή ώρα…

Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε γιγνομένων, σοφοί δε προσιόντων αισθάνονται. Φιλόστρατος, Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον, VIII, 7.

Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η ακοή
αυτών κάποτε εν ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η μυστική βοή
τούς έρχεται των πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, Σοφοί δε προσιόντων (1915)

Μπορεί κάποιος να θεωρήσει αφοριστικό τον τελευταίο από τους στίχους του Αλεξανδρινού, αλλά υπάρχουν οφειλές κι εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν. Για να γίνει αυτό, θα εκμεταλλευθώ τη σημερινή, τρίτη επίσκεψη της στήλης στις σελίδες του φιλόξενου ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟΥ.

Να είναι που αύριο διεξάγονται εκλογές; Να είναι που προχθές συμπληρώθηκαν 63 χρόνια από την (τελευταία, ελπίζω) απελευθέρωση της Καβάλας από την ξένη (εν προκειμένω, βουλγαρική) κατοχή; Να είναι που πρέπει κάπου - κάπου να δίνεται ο λόγος στους πρωταγωνιστές, χωρίς μεσολαβητές; Μήπως όλα μαζί;

Θα μου επιτρέψετε, σήμερα, να (αντι)γράψω –διατηρώντας την ορθογραφία και τη στίξη- από ένα δυσεύρετο βιβλίο, ένα αντίτυπο του οποίου, υπογεγραμμένο από το συγγραφέα, τύχη αγαθή μου επέτρεψε να έχω.




Πρόκειται για το βιβλίο «Αγώνες και Διωγμοί» του Κώστα Κωνσταντάρα, εκδοθέν το 1964. Ο συγγραφέας ήταν Σαμιώτης στην καταγωγή, αξιωματικός του ελληνικού στρατού μέχρι το 1941, αξιωματικός του ΕΛΑΣ (Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, ένοπλου σκέλους του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου - ΕΑΜ) και διοικητής του 26ου Συντάγματός του, μονάδας που μπήκε στην Καβάλα στις 13 Σεπτεμβρίου 1944 (υπάρχει οδός 13ης Σεπτεμβρίου κάπου στον Άη Θανάση), βουλευτής της ΕΔΑ στη δεκαετία του 1950 και άνθρωπος που ταλαιπωρήθηκε πολύ επειδή δεν έκατσε να παίρνει το μισθό του αξιωματικού ως αργόμισθος στη γερμανοκρατούμενη Αρναία της Χαλκιδικής αλλά…πήγε κι ανέβηκε στο βουνό και τάραξε το Παγγαίο με το να μάχεται τους Βουλγάρους κατακτητές.


Γράφει ο Κωνσταντάρας (σ. 233): «Όταν ήρθε η αυγή [της 13/9/1944], αρχίσαμε το κατέβασμα με δυο φάλαγγες. Η μία μαζί μου θα έμπαινε απ’ τη συνοικία του Αγίου Αθανασίου και η άλλη με τον Αστραπόγιαννο θα κατέβαινε απ’ τα υψώματα του Σανατορίου. Αμέσως πιο κάτω, ο κόσμος είχε γεμίσει το δρόμο και μας περίμενε. Μόλις πλησιάσαμε ώρμησε και μας φόρτωσε ανθοδέσμες και στεφάνια. Γυναίκες κι άντρες αγκάλιαζαν τους αντάρτες κι έκλαιγαν. Όταν φθάσαμε στο Σούγιολου, τα πλήθη μας σήκωσαν στα χέρια εμένα και το Χαρίκο [Ιορδάνογλου, καπνέμπορο και αξιωματικό του ΕΛΑΣ] κι έτσι μας μετέφεραν μέχρι το κέντρο της πόλεως, ενώ οι καμπάνες της λευτεριάς χτυπούσαν αδιάκοπα κι ο κόσμος μέσα σε ξέφρενη χαρά, συνέχεια μας ζητωκραύγαζε».
Απελευθέρωση, πανηγυρισμοί. Όλα ωραία και καλά μέχρι εδώ.
Όλα;
Λίγες σελίδες νωρίτερα (αρχίζοντας από τη 221 και φτάνοντας μέχρι τη 224), αλλιώς τα γράφει ο συγγραφέας: «Πήρα τα τμήματα και κατεβήκαμε [από το λημέρι στο Ερέντερε] στο χωριό Παληά Καβάλα. Εκεί [στις 12 Σεπτεμβρίου 1944] μας ήρθε δεύτερη ειδοποίηση [από το ΕΑΜ Καβάλας] να κατεβούμε στην πόλι της Καβάλας. Πήραμε τον ορεινό δρόμο και κάναμε σύντονη πορεία, αλλά πλησίαζε να σουρουπώση και βρισκόμασταν 4 χιλιόμετρα βορείως της πόλεως. Γι’ αυτό αποφασίσαμε να μείνουμε εκεί και να μπούμε την επομένη στην Καβάλα.
Δεν είχα βγη στο βουνό από πολιτική ιδεολογία όπως άλλωστε και οι περισσότεροι Έλληνες που αγωνίστηκαν με τη μια ή την άλλη αντιστασιακή οργάνωση. Έγινα αντάρτης, γιατί θεωρούσα ως αξιωματικός που ήμουνα, ότι είχα καθήκον να πολεμήσω τους κατακτητάς που είχαν σκλαβώσει τη χώρα μας.
Στην αρχή ανατρίχιαζα, όταν άκουγα τους εχθρούς και τους συνεργάτες τους να με αποκαλούν Κομμουνιστή. Μα σιγά – σιγά, συνήθισα και δε με πείραζε. Συνήθισα με τη σκέψη ότι, όποιος αγωνίζεται και διακινδυνεύει τη ζωή του για την πατρίδα, πρέπει νάχη ψηλά το κεφάλι και να μην επηρεάζεται από τίποτα.
Μα για τις πράξεις ενός ανθρώπου μεγαλύτερη απ’ όλα σημασία έχει η προσωπική του γνώμη, η δική του συνείδησι.
Δεν θα πάψω ποτέ να υποστηρίζω ότι ο ΕΛΑΣ ήταν απ’ τους πιο πειθαρχικούς και πατριωτικούς στρατούς, που είχε ποτέ η Ελλάδα.
Με λύσσα τον χτυπούσαν οι κατακτηταί και οι Έλληνες συνεργάτες. Με μανία κατόπιν τον πολέμησαν και τον συκοφάντησαν οι Άγγλοι. Υπάρχει πιο τρανή απόδειξις περί της εθνικής του δράσεως; Για να τον χτυπούν οι εχθροί, για να τον μισούν οι σύμμαχοι, σημαίνει ότι υπερασπιζόταν χωρίς συμβιβασμούς την ελευθερία κι ότι η αρετή του αγωνιζόμενου λαού στεκόταν εμπόδιο στους σκοπούς τους.
Όσοι υπηρέτησαν στον ΕΛΑΣ. Είτε καταδιώχτηκαν στα μαύρα χρόνια και καταστράφηκε το μέλλον και η ζωή τους. Είτε απόκρυψαν για τους γνωστούς λόγους τη συμμετοχή τους. Όλοι κρυφά ένοιωθαν τιμή, που γλύκαινε τις πίκρες τους, γιατί βάδισαν στην κατοχή σύμφωνα μ’ αυτόν τον όρκο:"Ορκίζομαι, ότι θα αγωνισθώ έως την τελευταία σταγόνα του αίματός μου για την πλήρη απελευθέρωσι και ανεξαρτησία της πατρίδας μου. Για την περιφρούρησι των συμφερόντων του Ελληνικού λαού… θα αποφεύγω κάθε πράξι, που θα με ατιμάζει σαν άτομο και αγωνιστή του Ελληνικού λαού".
Για την ιστορική σύγκρισι παραθέτω κι έναν άλλο όρκο, χωρίς να θέλω να κάνω κριτική στους παρασυρμένους. Άλλως τε, από τότε που συμπήχθηκε η ανθρώπινη κοινωνία, οι λαοί πιστεύουν κι ακολουθούν τυφλά τις ηγεσίες, σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλα τα καθεστώτα.
Οι απλοϊκοί πολίτες της Αθηναϊκής Δημοκρατίας εξωστράκισαν με την ψήφο τους το Δίκαιο Αριστείδη και ζήτησαν την καταδίκη του Σωκράτη σε θάνατο. Με το άρον – άρον ο «εκλεκτός λαός»του Θεού, καταδίκασε σε σταύρωσι το Χριστό.
Με τις πέτρες έκαμε ο λαός της Αθήνας ανάθεμα στο Βενιζέλο. Με την έγκρισι των σοβιετικών ανθρώπων θεοποιήθηκε ο Στάλιν και με την ανοχή τους διώχτηκε από το Μαυσωλείο της Ερυθράς Πλατείας.
Τέλος, με την προτροπή των Άγγλων, βασάνιζαν και σκότωναν τους αγωνιστάς οι «αγανακτισμένοι πολίτες», που είχαν δώσει στην Κατοχή τούτον τον όρκο.
"Ορκίζομαι εις τον θεόν τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του Γερμανικού Στρατού Αδόλφου Χίτλερ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθησομένας μοι υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς, ότι διά μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεών μου, τας οποίας διά της παρούσης αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθή παρά του Γερμανικού στρατιωτικού νόμου"».

Χρειάζονται διευκρινίσεις;