Friday, July 06, 2007

Και μέσα στο καλοκαίρι...Χριστούγεννα

Επειδή τα "βαριά" μου κείμενα δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί και υπάρχει μια δεοντολογία να μην "ανεβάζουμε" αδημοσίευτα, σκέφτηκα να "ρίξω" στην "Αγορά του Κόσμου" (κύριε Ζούδιαρη, συγγνώμη για την...αρπαγή) ένα ευχάριστο και δημοσιευμένο σημείωμα. Γράφτηκε για την εφημερίδα "ΝΕΑ Εγνατία" το 2002 και δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες. Εδώ "πειράχτηκε" λίγο: έγινε ένα συνεχόμενο κείμενο, οι φωτογραφίες μπαίνουν έγχρωμες και παραδίδεται με ευχές για...Καλό Χειμώνα.
Χειμώνα; Από αρχές Ιουλίου;
Αφού πέρασε το καλοκαιρινό ηλιοστάσιο κι άρχισε να μικραίνει η μέρα...πάμε για χειμώνα. Μακάρι να μη πλημμυρίσει (πολύ) η Αθήνα, όταν αρχίσει να βρέχει: μετά το χάσιμο της Πάρνηθας, δεν το βλέπω καλά το "κλεινόν άστυ".
"Σταμάτα, βρε γρουσούζη! Το γλωσσόφαγες το καλοκαιράκι!". Όχι, καλοί μου, κάνετε μπανάκια. Έχουμε μέλλον μπροστά μας, οπότε ας σκαλίζω εγώ το παρελθόν...

Ευχετήριες κάρτες: μια ιστορία με ......ιστορία

Όταν μιλάμε ή ακούμε για ιστορικό αρχείο, ο νους μας (μάθαμε να) πηγαίνει σε τεκμήρια κι ενθυμήματα «ενδόξων» στιγμών του έθνους, «κοσμοσωτήριων» ετών και άλλα τέτοια συναφή. Τα τελευταία χρόνια, όμως, αρκετοί ιστορικοί προσπαθούν να φέρουν στο προσκήνιο μια «άλλη» Ιστορία: την Ιστορία της καθημερινής ζωής. Έτσι αξιοποιείται ένας «κόσμος» αρχειακών τεκμηρίων που μαρτυρεί πολλά γι΄ αυτές τις μέχρι πρότινος αγνοημένες από τη «μεγάλη» Ιστορία πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας. Δίπλα στις ηχογραφημένες προφορικές μαρτυρίες και τις κινηματογραφικές λήψεις ή ταινίες, οι οποίες σιγά-σιγά παίρνουν τη θέση που τους αξίζει, μπορούν να θεωρηθούν σημαντικά και άλλα τεκμήρια. Τέτοια είναι οι επιστολές σε γνωστούς, συνεργάτες κι αγαπημένα πρόσωπα, οι φωτογραφίες ξεχωριστών στιγμών από την προσωπική και οικογενειακή ζωή κι άλλα μικρά «θυμητάρια».
Ένα τέτοιο υλικό, εξαιρετικά επίκαιρο αυτές τις ημέρες, είναι οι ευχετήριες για τα Χριστούγεννα και τη νέα χρονιά κάρτες.
Χωρίς να ξεχνούμε τη λειτουργία τους ως ιστορικά τεκμήρια, θα πρέπει να σημειώσω πως, κατά τη γνώμη μου, οι κάρτες αποτελούν άλλο ένα μεράδι της παμπάλαιας προσπάθειας του ανθρώπου να επηρεάσει το μέλλον, να ξορκίσει τα ενδεχομένως «κακά μελλούμενα».
Μου ζητήθηκε από την εφημερίδα "ΝΕΑ Εγνατία" να παρουσιάσω ένα μικρό δείγμα του σχετικού αρχειακού υλικού που απόκειται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους- Αρχεία Ν. Καβάλας (Γ.Α.Κ. – Α.Ν.Κ.).
Θα περιοριστώ σε αυτό το σημείωμα στην παρουσίαση επτά καρτών, οι οποίες καλύπτουν (με κενά) το χρονικό διάστημα μισού αιώνα. Στα Γ.Α.Κ – Α.Ν.Κ. υπάρχει (ως τμήμα αρχείων) σημαντικός αριθμός ευχετηρίων καρτών, αλλά οι περισσότερες είναι χωρίς εικαστική παράσταση. Επέλεξα μερικές που συνοδεύονται από εικόνες και που απηχούν το κλίμα και τις αντιλήψεις των ανθρώπων της κάθε εποχής.
Η πρώτη εστάλη στις 31 Δεκεμβρίου του 1939 (με το παλιό ημερολόγιο, όπως σημειώνεται) από τη Μεσωρόπη (έτσι γραφόταν τότε το όνομα του χωριού) προς τον τότε Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως Σωφρόνιο (Σταμούλη). Στην εμπρόσθια όψη της κάρτας αυτής
εικονίζεται (σε επιχρωματισμένη φωτογραφία, τεχνοτροπία πολύ συνηθισμένη για την εποχή) η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους και στην οπίσθια όψη είναι γραμμένο: «Τω σεβασμιωτάτω Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως κ.κ. Σωφρονίω. Το νέον σωτήριον έτος 1940, αίσιον και ευτυχές κατά Θεόν». Η ιδιότητα του αποστολέα είναι άγνωστη, φανερώνει πάντως άνθρωπο ευσεβή (ίσως μοναχό ή κληρικό) και... ανυποψίαστο για το πόσο «σωτήριο» θα απέβαινε το 1940.
Ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Σωφρόνιος είναι ο παραλήπτης και της δεύτερης κάρτας. Πρόκειται για «Επιστολικόν δελτάριον διά το εσωτερικόν».




Τέτοια δελτάρια εξέδιδαν τα Τ.Τ.Τ. (Ταχυδρομεία Τηλεγραφεία Τηλέφωνα), ο πρόδρομος των ΕΛ.ΤΑ. Ήταν κάτι σαν τους φακέλους με προπληρωμένο γραμματόσημο που κυκλοφόρησαν πρόσφατα. Στέλνεται από τον αδελφό του παραλήπτη, τέως Γερουσιαστή Καβάλλας[1] Μιλτιάδη Σταμούλη, στις 17/12/1946 και περιλαμβάνει ευχές για «τας Αγίας Εορτάς και το Νέον Έτος», τα νέα της οικογένειας του αποστολέα και ενημέρωση για τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην πρωτεύουσα τις μέρες εκείνες.


Η τρίτη κάρτα δε σχετίζεται με την Καβάλα, αλλά πιθανότατα ίδιες ή παρόμοιες κυκλοφορούσαν σε όλη τη χώρα. Εστάλη τις πρώτες μέρες του 1950 και στην οπίσθια όψη της αναγράφεται: «Νέον έτος 1950 μεστόν κάθε ευτυχίας Υμών και Χριστιανικού Ποιμνίου». Αποστολέας είναι στέλεχος της Υπηρεσίας Συντονισμού Σχεδίου Ανασυγκροτήσεως που έδρευε στην οδό Αμερικής 3 στην Αθήνα και παραλήπτης ιερέας που υπηρετούσε στην Αποστολική Διακονία της Αρχιεπισκοπής.
Το ενδιαφέρον βρίσκεται στην απεικόνιση που καταλαμβάνει ολόκληρη την εμπρόσθια όψη. Σε πρώτο πλάνο παρουσιάζεται η Ελλάδα με τη μορφή γυναίκας ντυμένης με χλαμύδα. Η γυναίκα ακουμπά σε ασπίδα, ενώ στα πόδια της βρίσκεται περικεφαλαία. Κάτω από την απεικόνιση γράφεται σε αγγλική γλώσσα: «Η Ελλάς θρηνεί για τις χιλιάδες των παιδιών της που απήχθησαν από τους κομμουνιστές σε εχθρικές χώρες. Δώστε της τα πίσω!».
Ο Εμφύλιος πόλεμος έχει τυπικά τελειώσει μόλις τέσσερις μήνες πριν κι η κάρτα απηχεί το κλίμα της εποχής, τουλάχιστον από την πλευρά του επίσημου κράτους. Γίνεται αναφορά στο «παιδομάζωμα» για το οποίο κατηγορήθηκε το Κ.Κ.Ε. Όπως έχει επανειλημμένα ειπωθεί, "την ιστορία τη γράφουν οι νικητές", αν και κάποιοι επιμένουν πως στην περίπτωση του ελληνικού Εμφυλίου επιδιώχθηκε "η ρεβάνς των ηττημένων"
(...και τη συγκεκριμένη ιστορία των παιδιών του Εμφυλίου -όχι αυτών που βρέθηκαν εκτός Ελλάδας, αλλά όσων έζησαν σε μια από τις "Παιδοπόλεις"- την ερευνά, προσπαθώντας να σταθεί νηφάλια απέναντι στο θέμα, ο δημιουργός αυτού του blog/ ιστολόγιου)

Συνεχίζουμε με τέσσερις ακόμη κάρτες, οι οποίες καλύπτουν το διάστημα 1956 - 1989.
Η πρώτη είναι χαρακτηριστικό δείγμα μιας εποχής, μιας αντίληψης και μιας γλώσσας. Αποστολέας η «Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και Αθηνών» (τοτινή ονομασία της Εθνικής Τράπεζας) και παραλήπτης επιχείρηση της Καβάλας που συναλλασσόταν με την τράπεζα. Η κάρτα είναι τρίπτυχο, με τα εξής περιεχόμενα: στην εμπρόσθια όψη της πρώτης σελίδας παριστάνεται μέρος αρχαιοελληνικού αγάλματος της κλασικής περιόδου με το λογότυπο της τράπεζας και στην οπίσθια κείμενο για τους Δελφούς. Στο μεσαίο φύλλο του τριπτύχου υπάρχει ζωγραφική απεικόνιση του δελφικού τοπίου με συνοδεία φράσης από τα «Ηθικά» του Πλουτάρχου στο πρωτότυπο. Στο τρίτο τμήμα της κάρτας γράφεται: «Ο Διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος και Αθηνών απευθύνει υμίν τας καλλιτέρας ευχάς του διά τα Χριστούγεννα και το Νέον Έτος». Ακριβώς από κάτω είναι τυπωμένη η ένδειξη «Δεκέμβριος 1956» και με σφραγίδα «Εθνική Τράπεζα Ελλάδος και Αθηνών Α.Ε. –Υποκατάστημα Καβάλας». Μια κάρτα της Εθνικής έπρεπε να αντανακλά τα χαρακτηριστικά που ήθελε να εξωτερικεύσει η Τράπεζα: σοβαρότητα στην εμφάνιση, προβολή κλασικών αξιών, γλώσσα συντονισμένη με τις αντιλήψεις της εποχής και προώθηση του ελληνικού πνεύματος. Δεν είναι μάλλον σύμπτωση ότι το συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα δημιούργησε το -γνωστό για τις προσεγμένες εκδόσεις του- Μ.Ι.Ε.Τ (Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας).

Η δεύτερη κάρτα εστάλη από τη Σοβιετική Ένωση, την τότε θεωρούμενη από το δυτικό κόσμο «Αυτοκρατορία του κακού», αλλά μας παρέχει μια πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία για την εμβέλεια δράσης και το δυναμισμό των καπνεμπορικών επιχειρήσεων της Καβάλας. Αποστολέας η Raznoexport (Εταιρεία γενικών εξαγωγών), η οποία εισήγαγε καβαλιώτικα καπνά και σε αντάλλαγμα εξήγαγε διάφορα προϊόντα με το σύστημα «κλήριγκ»[2].
Η κάρτα – δίπτυχο παρουσιάζει στην εμπρόσθια όψη του πρώτου τμήματός της τη ζωγραφική παράσταση του πύργου με το ρολόι που δέσποζε στην Κόκκινη Πλατεία και ακόμη ενός πανύψηλου κτιρίου της Μόσχας. Ο Στάλιν είναι προ πενταετίας νεκρός και η άποψη της «μνημειακής αρχιτεκτονικής» είναι μάλλον παρωχημένη, αλλά μια υπερδύναμη οφείλει να είναι και να φαίνεται τέτοια. Στην εμπρόσθια όψη είναι ακόμη γραμμένο στα ρωσικά «Για το νέο έτος 1958». Στο εσωτερικό, σε τέσσερις γλώσσες (γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά και ρωσικά), είναι γραμμένο «Ευτυχισμένο το νέο έτος». Κρατική επιχείρηση χώρας με την αθεΐα επίσημη ιδεολογία, ήταν δυνατόν να ευχηθεί «Καλά Χριστούγεννα»; Περιοριζόταν να απευθύνει στους Δυτικούς που συναλλάσσονταν μαζί της ευχές για τη νέα χρονιά. «Ψυχρός Πόλεμος» μεν, αλλά οι δουλειές δουλειές...

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 τοποθετείται χρονικά η τρίτη και προτελευταία κάρτα μας. Όπως σημειώνεται στο εσωτερικό της, αποστολέας είναι «Η Εν Ελλάδι Διεύθυνσις της Ιονικής Τραπέζης (η οποία) απευθύνει υμίν (στους πελάτες της) τας καλλιτέρας ευχάς διά το νέον έτος». Δίπτυχο κι αυτή η κάρτα, διακοσμημένη στην εμπρόσθια όψη με παράσταση αρχαίου ελληνικού πλοίου που φτάνει στην ακρογιαλιά, στην οποία διακρίνεται κίονας - τμήμα ναού. Κλασικό θέμα και λιτός λόγος, αναμενόμενα στοιχεία σε ευχετήρια κάρτα μιας τράπεζας (δεν είχε αρχίσει ακόμη ο τρελός χορός των διαφημίσεων για πάσης φύσεως δάνεια...)

Με ένα μεγάλο άλμα στο χρόνο (η συλλογή των Γ.Α.Κ – Α.Ν.Κ δεν είναι ακόμη πλήρης), φτάνουμε στην τέταρτη κάρτα, που τοποθετείται χρονικά στο 1989. Αποστολέας ο Δήμος Καβάλας (υπάρχει τυπωμένη η υπογραφή του τότε Δήμαρχου Λευθέρη Κ. Αθανασιάδη). Παραλήπτες οι σύλλογοι και τα σωματεία της πόλης. Στην εμπρόσθια όψη παριστάνεται το παραδοσιακό ελληνικό «καραβάκι» με τη μορφή μικρού αλιευτικού σκάφους και με τη συνοδεία αστεριού και στο εσωτερικό –ανάμεσα σε σκίτσα Άγιου Βασίλη που τρέχει φορτωμένος με δώρα και χαμογελαστού χιονάνθρωπου με σκούφο και κασκόλ- φιλοξενούνται τέσσερις φωτογραφίες. Μία από το Δημοτικό Λαογραφικό Μουσείο, μία από τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, μία από τις Καμάρες και μία από την πλαζ του «Μπάτη». Κάτω από κάθε φωτογραφία υπάρχουν τα ψηφία που σχηματίζουν τον αριθμό 1989, ενώ στο κάτω μέρος των δύο εσωτερικών όψεων είναι γραμμένη η φράση: «Ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος, Χρόνια Πολλά». Τέλος, στο πίσω τμήμα του δίπτυχου απεικονίζεται το σήμα του Δήμου (κεφαλή Φιλίππου σε κύκλο με τις λέξεις «Φίλιππος Μακεδονίας») και γράφονται οι λέξεις «Δήμος Καβάλας».

Κλείνοντας, θα παρατηρήσω πως οι σύγχρονες κάρτες με τα μοτίβα των γκυ και των χιονισμένων δέντρων, των Αγιοβασίληδων και των ελκήθρων δεν έχουν –απ΄ ό,τι είδαμε – μακρά παράδοση στην Ελλάδα. Εκσυγχρονιστήκαμε...
Χρόνια πολλά, καλά, γόνιμα και δημιουργικά.


[1] Μέχρι το 1948 η Καβάλα γραφόταν με δύο λάμδα.
[2] Με λίγα λόγια συνέβαινε το εξής:ο καπνεμπορικός οίκος Ααρών Ι. Τσιμίνο (από το αρχείο του οποίου προέρχεται η κάρτα) εξήγαγε καπνά στη Σοβιετική Ένωση. Σε αντάλλαγμα, άλλη ελληνική επιχείρηση εισήγαγε σοβιετικά προϊόντα ίσης αξίας και κατέβαλε στον οίκο Τσιμίνο την αξία των καπνών.