Friday, November 23, 2007

17 Νοέμβρη: μάχη, αναμέτρηση, όχι μνημόσυνο...

ΧΡΟΝΟ-λόγος, τεύχος δωδέκατο, και αντί για πανηγυριώτικα κλάματα, μια γραφή για μιαν αναμέτρηση με τη μούχλα της πολιτικής διαχείρισης...


17 Νοέμβρη, κάπου στη δεκαετία του 1970…

Τη μέρα αυτή που διάλεξα
εδώ μπροστά σας να σταθώ
τραγούδια και μισόλογα
στο φως να καταθέσω
Πώς πήρα τέτοια απόφαση
δεν ξέρω αν θ' αντέξω
η μέρα αυτή θυμίζει μακελειό

Νοέμβρης ήταν η χρονιά
κι εδώ γινόταν του χαμού
εγώ ήμουν δεκαεννιά
κι αυτή εβδομήντα τρία
Και να που ερωτεύτηκα
κάποια χρονολογία
κι ο έρωτας κρατάει για καιρό

Μα έχει ο καιρός γυρίσματα
μεγάλωσε κι αυτή κι εγώ
μεγάλωσαν κι οι φίλοι μου
εκεί γύρω στα σαράντα
Στα κόμματα γαντζώθηκαν
κι εγώ δεν ξέρω τι να πω
και άλλοι στο σπιτάκι τους για πάντα

Η απόσταση μας έσωσε
μα οι θύμησες πληγώνουν
και λέμε σαν βρισκόμαστε
τα ίδια και τα ίδια
Μα νιώθω σαν μικρό παιδί
που πάλι το μαλώσανε
και φεύγω σε μια άγονη επαρχία

Κοιτάζω πάλι πίσω μου
δυο γιους απόκτησα κι εγώ
δεκαεφτά Νοέμβρηδες
μου βάρυναν την πλάτη
Σημαίες και γαρύφαλλα
εμπόριο κι απάτη
και λόγοι επισήμων στο κενό

Κρατάω το στόμα μου κλειστό
τα χείλη μου ματώσανε
κι αυτοί που μας προδώσανε
ανέραστοι να μείνουν
«Κουφάλες, δεν ξοφλήσαμε!»
αυτό έχω μόνο να τους πω
τα όνειρα των εραστών δε σβήνουν

(Νοέμβριος 1990, Στίχοι του Διονύση Τσακνή)

Μετά από το εκτενέστατο και αρκετά «δύσκολο» σημείωμα της περασμένης εβδομάδας, αυτή τη φορά θα είμαι, όσο το δυνατόν περισσότερο, σαφής και κατανοητός. Το ξαναδιάβασα μεσοβδόμαδα και βρήκα ότι είχε κάποιες αδυναμίες. Θα προσπαθήσω για καλύτερες επιδόσεις στο εξής.
Πριν από το σημερινό κυρίως θέμα μας, όμως, θα χρειαστεί να γίνει μια αναγκαία προσθήκη στο προηγούμενο κείμενό μου, καθώς και μια «προγραμματική» διευκρίνιση για τα σημειώματα που θα δημοσιευτούν τις εβδομάδες που έρχονται .
Πρώτα η προσθήκη. Από κάποιο «κόλλημα» (ή κώλυμα;) στη λειτουργία των δικτύων μεταφοράς δεδομένων από τον έναν υπολογιστή στον άλλο, χάθηκαν στο «δρόμο» δύο φράσεις, οι ακροτελεύτιες. Θα τις συμπληρώσω σήμερα, με την παράκληση να ξαναδιαβαστεί το «κουτσουρεμένο» κείμενο, αυτή τη φορά ολοκληρωμένο.
Έκλεινα την περασμένη εβδομάδα το σημείωμά μου με τη φράση «Κι η ελληνική οικογένεια πορεύεται, προστατεύοντας τα παιδιά της…». Για να αποδοθεί ακριβώς αυτό που είχα την πρόθεση να πω, αυτή η φράση χρειάζεται να ακολουθηθεί από δύο άλλες, αμφότερες ερωτήσεις: «Αποτελεσματικά, ή με υστερία και χωρίς μέτρο; Κι από τι;»
Και αφού ξεκαθαρίστηκαν (;) τα περασμένα, ας προοικονομήσω τα μελλούμενα να γραφτούν.
Όπως όλοι (;) γνωρίζουμε, σήμερα Σάββατο (ή χθες, Κυριακή – εξαρτάται από το πότε διαβάζονται αυτές οι γραμμές) συμπληρώθηκαν 34 χρόνια από το βάναυσο αιματοκύλισμα της εξέγερσης του Νοέμβρη 1973. Της τολμηρής διαμαρτυρίας των φοιτητών, των μαθητών και των εργαζομένων που είχαν συγκεντρωθεί στο χώρο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Κανονικά, θα έπρεπε να γράψω κάτι σχετικό. Θα μπορούσα, και ίσως θα όφειλα, να περιγράψω κάποιες σχετικές πτυχές της τοπικής μας ιστορίας. Θα άξιζε, λ.χ. να ερευνήσω αν υπήρξαν ανάλογες αντιδράσεις στην πόλη και την περιοχή της Καβάλας, αν υπήρξαν Καβαλιώτες που συμμετείχαν στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν μέσα και γύρω από το Πολυτεχνείο ή άλλα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Είμαι σε θέση (όχι, φυσικά, μόνον εγώ) να γνωρίζω ότι για όλα αυτά τα θέματα υπάρχει ερευνητικό «ψωμί» και υλικό για αφήγηση.
Όχι, όχι σήμερα. Ας μου επιτραπεί να αποφύγω, για άλλη μια φορά, τις επετειακές αναφορές: αυτό θέλω να κάνω όποτε οι μεγάλες στιγμές της ελληνικής ιστορίας γίνονται αντικείμενο εορτασμών, τελετών και διαγγελμάτων. Δεν είναι απαξίωση, κάθε άλλο. Πολύ δε περισσότερο, δεν είναι «εξυπνάδα» ή σνομπάρισμα των «καθιερωμένων».
Απλώς, είναι η οφειλόμενη και επιβεβλημένη «ασέβεια του ιστορικού» απέναντι στα «παραδεδεγμένα». Αυτή που αναζητούσε και απαιτούσε ο Γάλλος ιστορικός Ζιλ Μισλέ (Jules Michelet), όταν έγραφε πως «πρώτο χρέος έχει η Ιστορία, που είναι ο κριτής του κόσμου, να αποβάλει τον σεβασμό». Απαίτηση που υπενθύμιζε σε ένα από τα τρία κείμενά του για τον Κ. Θ. Δημαρά ο, πρόωρα χαμένος, Φίλιππος Ηλιού (αναζητήστε το τομίδιο – εκδόθηκε από τις εκδόσεις Ερμής).
Σε συνάφεια με την «ασέβεια» της προηγούμενης πρότασης είναι ακόμη η εξαιρετική (κατά τη γνώμη μου) άποψη ενός Αλβανού που έγινε Έλληνας, αφού μετέχει (εμπλουτίζοντάς την) της «ημετέρας παιδείας», του Γκάζμεντ Καπλάνι, ο οποίος γράφει στο blog του (ιστολόγιο το λένε ελληνιστί και το συγκεκριμένο μπορεί να το απολαύσει ο ενδιαφερόμενος πληκτρολογώντας http://gazikapllani.blogspot.com – δική μου τελευταία επίσκεψη στις 15 Νοεμβρίου 2007) πως «Η αλήθεια είναι πως ζούμε πλέον στην εποχή τού «πρόσεχε τι λες, πρόσεχε τι γράφεις». Σε μια εποχή όπου η ελευθερία της γνώμης αρχίζει και θεωρείται ως σύμπτωμα μιας διεφθαρμένης νοοτροπίας και ηθικής. Η ελευθερία της γνώμης πρέπει να περιορίζεται, συμφωνούν οι φανατικοί όλων των πλευρών, γιατί παράγει την ασέβεια. Και, εδώ που τα λέμε, έχουν δίκαιο. Οι φανατικοί προφέρουν μόνο απόλυτες, ιερές αλήθειες. Οι μη φανατικοί προφέρουν γνώμες. Και η ελευθερία της γνώμης εμπεριέχει πάντα, εν δυνάμει, την ασέβεια: δεν σέβεται τις απόλυτες, ιερές, συντριπτικές αλήθειες της πλειοψηφίας και των αλάθητων εξουσιών... Χωρίς την εν δυνάμει «ασέβεια» δεν υπάρχει ελευθερία της γνώμης. Δεν υπάρχει πραγματική δημοσιογραφία, τέχνη, σάτιρα, ιστορική έρευνα, ελεύθερες συνειδήσεις, ανεξιθρησκία. Χωρίς την «ασέβεια» δεν θα υπήρχαν οι Αριστοφάνης, Δάντης, Γαλιλαίος, Βολταίρος, Σάλμαν Ρούσντι, Ναγκίμπ Μαχφούζ, Ορχάν Παμούκ... Ένας κόσμος χωρίς «ασέβεια» και «ασεβείς» είναι ένας κόσμος που κυβερνιέται από αγγέλους ή από τυράννους. Κατά κανόνα, στον ανθρώπινο κόσμο συμβαίνει πάντα το δεύτερο».
Είναι, τρίτον, η αποδοχή της στιχουργικής έκρηξης του Διονύση Τσακνή – ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο το 1973 και κάτι θα ξέρει περισσότερο- που προηγείται αυτού του κειμένου, κυρίως το απόσπασμα «Κρατάω το στόμα μου κλειστό/τα χείλη μου ματώσανε/κι αυτοί που μας προδώσανε/ανέραστοι να μείνουν».
Τέλος, είναι η συναίσθηση του πόσο δικαιώθηκε κείνες τις μέρες η «υπεράνω υποψίας» επισήμανση του Οδυσσέα Ελύτη ότι «Με τι πέτρες τι αίμα τι σίδερο/ και τι φωτιά είμαστε καμωμένοι/ ενώ φαινόμαστε από σκέτο σύννεφο/ και μας λιθοβολούν και μας φωνάζουν/ Αεροβάτες./ Το πως περνούμε τις μέρες και τις νύχτες μας ένας Θεός το ξέρει» (Ήλιος ο Πρώτος, XVI).
Για όλους αυτούς τους λόγους, σιγή σήμερα από τη στήλη για τα του 1973. Ας τιμήσει ο καθείς τα γεγονότα κατά τον πόθο του…
Κλείνω αυτή την εκτενή εισαγωγή με την διευκρίνιση πως, όταν επανέλθω (θα γίνει σύντομα) στο θέμα «Καβάλα και Καβαλιώτες, μέρες Νοεμβρίου 1973», δεν θα είναι ευχάριστα και τερπνά τα πράγματα που θα γραφούν για την καβαλιώτικη πτυχή της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας.
Κι αφού δε θα μιλήσω για τις 17 Νοεμβρίου 1973 (ας γίνονται γιορτές στα σχολειά –να ακούσουν κάτι τα παιδιά), θα μιλήσω για τις 17 Νοεμβρίου 1974.
Είναι Κυριακή και συμπληρώνεται ένας χρόνος από τη μέρα που έγινε η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Η εφτάχρονη δικτατορία των στρατιωτικών, αρχικά υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπαδόπουλου και στη συνέχεια (μετά το μακελειό του Νοέμβρη 1973) του διοικητή της Στρατιωτικής Αστυνομίας (ΕΣΑ) Δημητρίου Ιωαννίδη, έχει καταρρεύσει, αφήνοντας πίσω της την ανοιχτή πληγή της κομμένης στα δύο Κύπρου. Τη θέση της έχει πάρει η κοινοβουλευτική δημοκρατία, η οποία έχει αποκατασταθεί, παρά το φόβο ότι υπάρχουν παράγοντες της ανωμαλίας που δεν έχουν παραιτηθεί από τις βλέψεις για επάνοδο σε κατάσταση ολοκληρωτικής διακυβέρνησης. Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «κληρονομιά» της χούντας του Ιωαννίδη, είναι ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης. Εκκρεμεί το δημοψήφισμα για τη μορφή του πολιτεύματος, αν δηλαδή θα είναι «Αβασίλευτος» ή «Βασιλευομένη» Δημοκρατία. Έχει αποφασιστεί να διεξαχθεί μετά τις βουλευτικές εκλογές.
Στο μεταξύ, έχουν ιδρυθεί νέα κόμματα. Την παραδοσιακή Δεξιά εκφράζει η Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) του, από τις 24 Ιουλίου, πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το χώρο του Κέντρου εκπροσωπεί η Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις (ΕΚ – ΝΔ), συνασπισμός των υπολειμμάτων της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου (ΕΚ) και των Νέων Δυνάμεων του Ιωάννη Ζίγδη, με ηγέτη το στέλεχος της ΕΚ Γεώργιο Μαύρο.

Τους σοσιαλιστές που δεν εντάσσονται στη «παραδοσιακή» κομμουνιστική Αριστερά επιδιώκει να εκφράσει το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ) του Ανδρέα Παπανδρέου.
Κάποια άλλα, όλα κινούμενα στο χώρο της Αριστεράς, έχουν νομιμοποιηθεί και επαναλειτουργούν. Μεγαλύτερο, νόμιμο μετά από 27 χρόνια, είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του οποίου είναι ο Χαρίλαος Φλωράκης. Από τη διάσπαση που υπέστη στα 1968 το μέχρι τότε ενιαίο ΚΚΕ έχει προκύψει και δρα το ΚΚΕ Εσωτερικού, με κορυφαίους το Λεωνίδα Κύρκο και το Μπάμπη Δρακόπουλο. Επανεμφανίζεται, ακόμη, η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ), της οποίας ηγείται ο Ηλίας Ηλιού, βουλευτής της προδικτατορικής ΕΔΑ. Είναι μέρα εκλογών για την ανάδειξη της Ε΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων. Η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που σχηματίστηκε μετά την κατάρρευση του καθεστώτος της δικτατορίας –συμμετείχαν σε αυτήν στελέχη της ΝΔ και της ΕΚ-ΝΔ- έχει δώσει τη θέση της σε υπηρεσιακή κυβέρνηση. Όλοι οι υπουργοί έχουν αντικατασταθεί, εκτός από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ και Δημόσιας Τάξης Σόλωνα Γκίκα. Οι δύο τελευταίοι παρέμειναν στην κυβέρνηση, για να «φυλάνε τα έρμα».Με τη φράση στα εισαγωγικά εννοώ ότι τους ανατέθηκε ειδική αποστολή: στον Αβέρωφ να εξασφαλίσει ότι ο Στρατός θα παραμείνει στους στρατώνες, μακριά από την πολιτική ζωή και στο Γκίκα να κάνει το ίδιο με τα Σώματα Ασφαλείας και τους τυχόν (μη ένστολους) επίδοξους συνεχιστές του έργου της «Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967».
Οι εκλογές αποφασίστηκε να γίνουν ανήμερα στις 17 Νοεμβρίου, προκαλώντας διχογνωμία στον πολιτικό κόσμο. Η κυβέρνηση Καραμανλή υποστηρίζει πως η εκλογική αναμέτρηση αποτελεί το «καλύτερο μνημόσυνο για τους πεσόντες του Πολυτεχνείου», ενώ η αντιπολίτευση μιλά για «ασέβεια στη μνήμη των θυμάτων της δικτατορίας». Το κλίμα είναι θερμό, τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία, με μεγάλη συμμετοχή της νεολαίας, αλλά δεν έχουν παρατηρηθεί ακρότητες. Φυσικά, η Καβάλα και η περιοχή της δεν αποτελούν εξαίρεση. Έχουν γίνει μαζικές συγκεντρώσεις και των πέντε κομμάτων, τα οποία διεκδικούν τις τέσσερις βουλευτικές έδρες του νομού. Υπάρχουν και 2 μεμονωμένοι υποψήφιοι. Τα κόμματα είναι η ΝΔ, η ΕΚ-ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, η Ενωμένη Αριστερά (συνασπισμός που σχηματίστηκε από το ΚΚΕ, την ΕΔΑ και το ΚΚΕ Εσωτερικού) και η Εθνική Δημοκρατική Ένωσις (δεξιό, φιλοβασιλικό και σχεδόν φιλοχουντικό κόμμα, με ηγέτη τον Πέτρο Γαρουφαλιά, πρωταγωνιστή των ανώμαλων εξελίξεων του 1965, οι οποίες οδήγησαν στην πτώση του Γεωργίου Παπανδρέου και στην προετοιμασία για την επιβολή της δικτατορίας).

Οι μεμονωμένοι υποψήφιοι είναι ο Ευθύμιος Γοργίας και ο Δημήτριος Τοπαλίδης (δεξιός πολιτευτής, ο οποίος έχει αποκλειστεί από το ψηφοδέλτιο της ΝΔ).

Η ΝΔ «κατεβάζει» τρεις δικηγόρους κι ένα γιατρό. Οι τρεις νομικοί είναι ο Νικόλαος Μάρτης, προδικατορικός υπουργός των κυβερνήσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο Γεώργιος Παναγιωτόπουλος και ο Γεώργιος Αστεριάδης, ενώ ο μοναδικός γιατρός ονομάζεται Μάρκος Αντωνιάδης.
Η ΕΚ – ΝΔ έχει ως υποψήφιους βουλευτές τους πρώην βουλευτές Λεόντιο Λυμπέρη και Θεόδωρο Λυμπερίδη, δικηγόρους, ενώ εκτίθενται για πρώτη φορά οι Παναγιώτης Τσουτσίδης, πολιτικός μηχανικός, και Σωτήριος Κουντουριώτης, δικηγόρος με καταγωγή από τη Θάσο.
Το ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ συγκροτούν οι Δημοσθένης Δημοσθενοπουλος, δικηγόρος και στέλεχος της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου και της νεολαίας της (ΕΔΗΝ), Θεοδόσιος Παρασχάκης, μηχανικός, Ευδόκιμος Σαχπάζης, οικονομολόγος, και Κωνσταντίνος Τσιρίδης, δικηγόρος.

Υποψήφιοι της Ενωμένης Αριστεράς (ΕΑ) είναι οι Πασχάλης Δούκας, βιβλιοπώλης και βουλευτής της προδικτατορικής ΕΔΑ (προερχόμενος από το ΚΚΕ Εσωτερικού), Νικόλαος Νικολαΐδης, αδελφός του εκτελεσμένου στα 1947 ΕΑΜικού δημάρχου Καβάλας Στέφανου Νικολαΐδη, και Παναγιώτης Ροδάς, αγρότης και στέλεχος του ΚΚΕ με παρελθόν εξοριών και φυλακίσεων και καταγωγή από τη Θάσο. Τέταρτος υποψήφιος είναι ένας ζωντανός θρύλος της ελληνικής Αριστεράς. Πρόκειται για τον Δημήτριο Παρτσαλίδη.

Ο «μπαρμπα - Μήτσος» έχει διατελέσει δήμαρχος Καβάλας (πρώτος εκλεγμένος κομμουνιστής δήμαρχος στην Ελλάδα στα 1934), εκλεγμένος βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου στις τελευταίες εκλογές πριν από τη δικτατορία του Μεταξά (Ιανουάριος 1936), μέλος της αντιπροσωπείας του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνευση μετά το Δεκέμβριο 1944 και ήταν ένας από αυτούς που υπέγραψαν τη Συμφωνία της Βάρκιζας στις 12 Φεβρουαρίου 1945. Ακόμη, ήταν μέλος της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, πολιτικής έκφρασης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, και προέδρός της μετά τη σύγκρουση του Νίκου Ζαχαριάδη, Γραμματέα του ΚΚΕ, με τον μέχρι τότε αρχιστράτηγο των ανταρτών Μάρκο Βαφειάδη. Ο 72χρονος Παρτσαλίδης διαχώρισε στα 1968 τη θέση του από τους «συντρόφους» του στο Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ και ανήκει τώρα πια στο ΚΚΕ Εσωτερικού.
Την Εθνική Δημοκρατική Ένωση (ΕΔΕ) εκπροσωπεί ένας άλλος ζωντανός «μύθος», μόνο που αυτός ανήκει στο αντικομμουνιστικό στρατόπεδο και έχει διακριθεί μαχόμενος ένοπλα εναντίον της Αριστεράς. Είναι ο Πόντιος Αντώνιος Φωστερίδης ή Φωστηρίδης, ο πασίγνωστος Τσαούς Αντών. Ο ηγέτης των εθνικιστικών ανταρτικών ομάδων κατά τη διάρκεια της Κατοχής, σφοδρός πολέμιος του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), απηνής διώκτης των μαχητών του ΔΣΕ στην περιοχή στο διάστημα του Εμφυλίου και προδικτατορικός βουλευτής της Δεξιάς.
Οι εκλογές διεξάγονται ήρεμα και όλοι ελπίζουν σε μια δημοκρατική «επόμενη μέρα». Παρά την αισιοδοξία στο πέραν της ΝΔ στρατόπεδο, όμως, η συντηρητική παράταξη θριαμβεύει, τόσο πανελλαδικά, με τη συντριπτική πλειοψηφία του 54,37% και 220 από τις 300 έδρες, όσο και στο νομό Καβάλας. Την ακολούθησαν (αναφέρονται ποσοστά πάντοτε στο σύνολο της επικράτειας) η ΕΚ - ΝΔ με 20,42%, το ΠΑΣΟΚ με 13,58% και η ΕΑ με 9,45% των ψήφων.

Για να μιλήσουμε, όμως, πιο συγκεκριμένα για το νομό Καβάλας, οι εγγεγραμμένοι ήταν 109.443, ψήφισαν (σε 192 εκλογικά τμήματα που λειτούργησαν) 83.859 και τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 83.019. Από αυτά, η Νέα Δημοκρατία πήρε 47.320 (ποσοστό 57%), η Ένωση Κέντρου - Νέες Δυνάμεις 14.922 (18%), η Ενωμένη Αριστερά 9.649 (11, 62%), το ΠΑΣΟΚ 9.583 (11,54%), οι δύο μεμονωμένοι 1.155 και ποσοστό 1,38% (1.068 ο Τοπαλίδης, ποσοστό 1,28% και 77 ο Γοργίας, ποσοστό 0.10%) και η Εθνική Δημοκρατική Ένωσις 390 (ποσοστό 0,46%).
Ο εκλογικός νόμος της ενισχυμένης αναλογικής ήταν αρκετά σύνθετος, προέβλεπε δύο γύρους κατανομής των βουλευτικών εδρών στα κόμματα και εφαρμογή του συστήματος της μείζονος εκλογικής περιφέρειας. Η χώρα είχε χωριστεί σε εννέα τέτοιες περιφέρειες και ο νομός Καβάλας εντάχθηκε στην Η΄ (όγδοη), μαζί με τους νομούς Δράμας, Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου.
Από την πρώτη κατανομή των εδρών εκλέχτηκαν 2 βουλευτές της ΝΔ, οι Παναγιωτόπουλος με 17.478 σταυρούς προτίμησης και Μάρτης με 12.885. Θεωρούνταν σχεδόν βέβαιη η εκλογή του Αντωνιάδη της ΝΔ από τη δεύτερη κατανομή, ενώ από την πρώτη κατανομή φάνηκε να εκλέγεται ο Λυμπερίδης της ΕΚ – ΝΔ, ο οποίος είχε συγκεντρώσει 6.913 σταυρούς.
Έγραψα «φάνηκε να εκλέγεται», επειδή, όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία της κατανομής των εδρών σε επίπεδο μείζονος περιφέρειας, η έδρα της ΕΚ - ΝΔ στο νομό δόθηκε –μαζί με την έδρα που δεν είχε διατεθεί και πιθανολογούνταν ότι θα πήγαινε στον Αντωνιάδη- στη Νέα Δημοκρατία. Την κατέλαβε –ελέω εκλογικού συστήματος και νόμου- ο Αστεριάδης με 5.211 σταυρούς, 1.702 λιγότερους από αυτούς του Λυμπερίδη. Έτσι, η ΝΔ πήρε και τις 4 έδρες του νομού.
Για την ιστορία, οι υποψήφιοι της ΕΚ - ΝΔ (εκτός του Λυμπερίδη), της ΕΑ και του ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσαν τους σταυρούς που γράφονται παρακάτω δίπλα στο όνομα του καθένα.
Από την ΕΚ-ΝΔ: Λυμπέρης 3.932, Κουντουριώτης 2.471 και Τσουτσίδης 1.372. Από την ΕΑ: Παρτσαλίδης 5.157, Νικολαΐδης 3.702, Δούκας 583 και Ροδάς 271. Από το ΠΑΣΟΚ: Δημοσθενόπουλος 3.848, Σαχπάζης 2.312, Τσιρίδης 1.851 και Παρασχάκης 1.401.
Στο δημοψήφισμα που ακολούθησε, 20 μέρες μετά τις εκλογές, το εκλογικό σώμα θα αποφάσιζε, με συντριπτικό ποσοστό, το τέλος της Μοναρχίας. Η Βουλή που αναδείχτηκε θα ζούσε τρία χρόνια, ο Καραμανλής θα κέρδιζε και την επόμενη εκλογική αναμέτρηση και θα παρέμενε πρωθυπουργός μέχρι το Μάιο του 1980, οπότε θα μεταπηδούσε στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Η Ένωση Κέντρου θα φυλλορροούσε και το ΠΑΣΟΚ θα ξεκινούσε τη πορεία του προς το θρίαμβο του 1981. Η Ελλάδα θα επανερχόταν στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, αλλά το Κυπριακό θα παρέμενε άλυτο. Η χώρα θα πορευόταν με αργά, συχνά διστακτικά αλλά σταθερά βήματα προς την οριστική αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Θα ζούσανε αυτοί, οι μεγάλοι, καλά…κι εμείς , τα οκτάχρονα της εποχής, καλύτερα.
Κι αυτά που περιέχει ο στίχος «τα όνειρα των εραστών δεν σβήνουν» θα συνέχιζαν να επιμένουν, όντας αδικαίωτα και μάλλον ανεκπλήρωτα…

Οικογενειακές χαρές...

Kαι περιμένοντας την εκλογή του παιδιού του πατέρα...μιλάμε για οικογένειες και για το ότι η οικογένεια δεν είναι πάντα ανέφελη και ηλιόλουστη κατάσταση


ΧΡΟΝΟ-λόγος, τεύχος ενδέκατο, της ενδεκάτης μέρας του ενδεκάτου μηνός...


Οικογενειακές χαρές...


Μες στο σπίτι ποιος γυρίζει
ασταμάτητα όλη μέρα,
μαγειρεύει, συγυρίζει,
πλένει, ράβει και στολίζει;
Η χρυσή μου η μητέρα.

Έξω, που άλλοτε χιονίζει
ή φυσά τρελλός αέρας,
κι άλλοτε ήλιος καβουρδίζει,
όλη μέρα ποιος γυρίζει;
Ο χρυσός μου ο πατέρας.

Ποιος μαθαίνει κάθε μέρα
τόσα ωραία στο σχολειό;
Ποιος ακούει τον πατέρα,
δεν πικραίνει τη μητέρα;
Τάχα ξέρετε; Είμ’ εγώ!

(Από αναγνωστικό για μαθητές του Δημοτικού σχολείου, δεκαετία του 1950)

Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ερευνητής μιας ιστορικής περιόδου – όταν αυτή βρίσκεται χρονικά κοντά με την εποχή στην οποία αυτός ζει- είναι…διπλό. Από τη μια, δεν πρέπει να επηρεάζεται από τη χρονική εγγύτητα και τις τυχόν συμπάθειες ή αντιπάθειες. Από την άλλη πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να καταφέρει να «περπατήσει» νοερά δίπλα στους ανθρώπους της υπό μελέτην εποχής, «μυρίζοντας» την ατμόσφαιρα που επικρατούσε.
Δεν είναι καθόλου εύκολο, βέβαια, να γίνει αυτό, αλλά είναι γοητευτικό, όταν το καταφέρνει. Είναι πολύ δε περισσότερο καλό, όταν ο αφηγητής - συγγραφέας πετυχαίνει να μεταφέρει το κλίμα στον αναγνώστη. Σε διαφορετική περίπτωση, ο τελευταίος βαριέται και εκδικείται με τον καλύτερο τρόπο: προσπερνά τη σελίδα.
Αποτελεί πρόκληση, λοιπόν, φίλτατοι αναγνώστες, και παλεύω εδώ και δέκα εβδομάδες να καταφέρω να μη βαριέστε.
Ας μιλήσουμε, λοιπόν, για ένα θέμα διαχρονικό και ταυτόχρονα εξόχως επίκαιρο. Ένα τρίπτυχο. Αυτό που περιλαμβάνει την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια. Μπορεί να θυμίζει το αλήστου μνήμης «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» των εποχών μετά τον Εμφύλιο και της περιόδου της εφτάχρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών, αλλά δεν είναι αυτό που φοβάστε. Για άλλο πράγμα θα μιλήσω σήμερα. Για την οικογένεια και την κυριαρχία της πάνω τόσο στην πατρίδα όσο και τη θρησκεία, αλλά και τα προβλήματα που την απειλούν (και την απειλούσαν και προ πεντηκονταετίας).
Εξηγούμαι. Το κυρίαρχο γεγονός αυτού του Σαββατοκύριακου κι αυτό που όλοι θα παρακολουθήσουμε το απόγευμα της Κυριακής είναι η εκλογή του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Οπότε, ας πάμε πίσω στο χθες και μέχρι την Κυριακή το απόγευμα...υγεία και βλέπουμε.
Πίσω στο τρίπτυχό μας, λοιπόν. Μια σύντομη αναφορά στο σήμερα και μετά ολοταχώς στο παρελθόν.

Οικογένεια, λοιπόν, πρώτα και πάνω απ’ όλα, ευλογία και βάσανο μαζί. Ας μην θεωρηθεί αυτή η απόφανση αιρετική ή ανατρεπτική: δεν είναι και θα το αποδείξω.
Ας ξεκινήσω την απόδειξη αμέσως, αναφερόμενος στα τρία «πόδια» του τριπόλου. Πρώτο «πόδι» η πατρίδα. Η πατρίδα μας. Η διαχείρισή της πορείας της εδώ και πολλά χρόνια (φαίνεται να) κυριαρχείται από τις οικογένειες Μητσοτάκη, Παπανδρέου και Καραμανλή, ενώ δε λείπουν και οι άλλες. Αυτές που εκλέγουν βουλευτές, νομάρχες και δημάρχους με σχεδόν κληρονομικό τρόπο (τα ονόματα είναι γνωστά τοις πάσι και άρα περιττά, ενώ διευκρινίζω ότι αυτό το φαινόμενο δεν το θεωρώ κατ’ ανάγκην κακό: εκτίθενται ως υποψήφιοι και εκλέγονται απολύτως νόμιμα). Όμως, η οικογένεια στην πολιτική μας ζωή φαίνεται να έχει προβλήματα. Αναφέρομαι, επαναλαμβάνω, στις οικογένειες του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Ανδρέα Παπανδρέου και (την ευρύτερη, αφού δεν απέκτησε παιδιά) του εκλιπόντος Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η αξιωματική αντιπολίτευση ταλανίζεται από εσωστρέφεια και μάλλον θα ταλαιπωρηθεί αρκετά, μέχρι να επανέλθει στην εξουσία, αλλά η κόρη του πρώτου δεν θα κατακτήσει εύκολα την πρωτοκαθεδρία στο κόμμα της. Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι αυτό θα γίνει κάποτε, αλλά μέχρι τότε έχει να διαχειριστεί σύνθετα προβλήματα. Ο γιος του δεύτερου – αν και μάλλον θα επανεκλεγεί αύριο στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ- δε θεωρείται φαβορί για την επικράτηση στην επόμενη εθνική εκλογική αναμέτρηση. Όσο για τον πρωθυπουργό μας, μέλος της οικογενείας του συνονόματού του θείου και παλαιού συναδέλφου του, μάλλον έχει έγνοιες και «φουρτούνες», αφού και προβλήματα έχει να αντιμετωπίσει και πιέσεις δέχεται πολλές.
Δεύτερο «πόδι» η θρησκεία. Η «εν Ελλάδι επικρατούσα». Και για να μη γίνω βλάσφημος (δεν επιτρέπεται να σχολιάζεις τα όποια «πιστεύω» του άλλου, πολύ δε περισσότερο τα θρησκευτικά), η κοσμική της έκφανση. Η Εκκλησία, και πιο συγκεκριμένα η ομάδα των ανθρώπων που την διοικούν. Είναι μια οικογένεια, αλλά έχει και αυτή προβλήματα. Οι ιεράρχες θεωρούνται «αδελφοί εν Χριστώ», άρα μέλη της ίδιας οικογένειας, αλλά εμφανίζονται κρισιακά φαινόμενα. Ο επικεφαλής ασθενεί και το θέμα της υγείας αλλά και της ενδεχόμενης διαδοχής του έχει παρασυζητηθεί στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ως συνέπεια, υπάρχει δυσπιστία από μέρος του ποιμνίου, με αφορμή τις τηλεοπτικές εμφανίσεις αρκετών ιεραρχών και ιερωμένων και τις αντιπαραθέσεις στα «παράθυρα». Όσο για το λόγο περί διάδοχης κατάστασης, συχνά εκτρέπεται από το δρόμο της Αγάπης...
Τρίτο «πόδι» η ίδια η οικογένεια. Η ελληνική οικογένεια, που φαίνεται να βρίσκεται σε μια αντιφατική κατάσταση. Από τη μια, διαπιστώνεται μια τεράστια αλληλοϋποστήριξη και παροχή βοήθειας από το «οικογενειακό δίκτυο» στα δοκιμαζόμενα από την ανεργία και την υποαπασχόληση μέλη της. Από την άλλη, παρατηρείται μια δραματική αύξηση στα διαζύγια και στα ενδοοικογενειακά προβλήματα. Τα δείχνει η Τατιάνα, τα αναλύει και τα επιλύει η Τένια, παλεύει να τα διορθώσει η Βίκυ με το «Πακέτο», τα αφορίζουμε κι εμείς, όταν οργιζόμαστε, με το αθυρόστομο «Γ... το σόι μου!»...
«Αρκετά με το παρόν, γραφιά! Μίλα για το παρελθόν. Είναι ασφαλέστερο, είναι διδακτικότερο, δεν ενοχλεί κανέναν. Τι τα θες τα τωρινά;» κράζει η εσωτερική φωνή. Υπακούω αμέσως.
Πίσω, λοιπόν, στα οικογενειακά προβλήματα της δεκαετίας του 1950, όταν η πίστη των ανθρώπων στην οικογένεια ήταν ελαφρώς διαφορετική (θα καταλάβετε τι εννοώ) και η έννοια των «προσωπικών δεδομένων» ήταν άγνωστη. Αυτό το τελευταίο, βέβαια, οφείλω να το εξηγήσω, όσο γίνεται συντομότερα. Ενώ σήμερα οι εφημερίδες, τα ραδιόφωνα και τα κανάλια δεν αναφέρουν εύκολα ονόματα πρωταγωνιστών σε εγκλήματα, τόσο θυτών όσο και θυμάτων (όχι ότι δε θέλουν, αλλά εμποδίζονται από νόμους και την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων – άλλη πονεμένη ιστορία αυτή η Αρχή, ενδεικτική του πόση έλλειψη μέτρου είχαμε και έχουμε ως χώρα και κοινωνία), στη δεκαετία του ’50 δεν συνέβαινε αυτό. Αντίθετα, οι πληροφορίες αυτές δίνονταν αφειδώς. Ονόματα, ηλικίες...όλα. Και του φονιά και του θύματος, και του βιαστή και της βιασθείσης. Σωστό, λάθος, δεν είναι της παρούσης. Εδώ, θα αναφέρω μόνον αρχικά επωνύμων, μη βρεθώ να τρέχω σε δικαστήρια.
Νοέμβριος 1952. Η χώρα σε μετάβαση. Το κεντρώο κυβερνητικό διάλειμμα (κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της Εθνικής Προοδευτικής Ένωσης Κέντρου - Ε.Π.Ε.Κ., κόμματος του στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, και Φιλελευθέρων του Σοφοκλή Βενιζέλου, η οποία είχε σχηματιστεί τον Οκτώβριο του 1950)- τερματίζεται και η Δεξιά επανεμφανίζεται δυναμικά. Ο στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος, ηγέτης του Ελληνικού Συναγερμού, θεωρείται βέβαιος νικητής των εκλογών, που θα γίνουν στις 16 του μήνα. Θα σαρώσει, παίρνοντας 49,22% των ψήφων και 240 από τις 300 έδρες της Βουλής (για την καβαλιώτικη πλευρά των εκλογών, υγεία να υπάρχει και θα τα πούμε εν ευθέτω).
Στις 13 του μήνα, όμως, σε αθηναϊκή εφημερίδα, γεμάτη από προεκλογικές ειδήσεις, δημοσιεύεται σε περίληψη η απόφαση του Πρωτοδικείου Καβάλας, η οποία «κηρύσσει λελυμένον υπαιτιότητι της εναγομένης» το γάμο του Ελευθερίου Α. και της Ηλέκτρας Π. Ο γάμος είχε τελεστεί το 1946, «ενώπιον Θεού και ανθρώπων», από δυο ανθρώπους που θα ονειρεύονταν να ζήσουν μαζί. Ο ενάγων ήταν γνωστός επιχειρηματίας της Καβάλας.
Γιατί να δημοσιεύτηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα η απόφαση, άραγε; Γιατί να πρέπει να μάθει το πανελλήνιο τότε (και όλος ο πλανήτης τώρα, αφού το «σώμα» της εν λόγω εφημερίδας είναι διαθέσιμο στο Διαδίκτυο– θα μου επιτρέψετε να μην αποκαλύψω το site), ότι έφταιγε η γυναίκα για το διαζύγιο; Μήπως ήταν απαραίτητη η δημοσίευση σε αθηναϊκή εφημερίδα; Τόση φαλλοκρατία, τόσος διασυρμός των γυναικών;
Μια μικρή έρευνα και η καταπληκτική νομομάθεια (μαζί με την εξαιρετική πνευματική διαύγεια) του παλαίμαχου δικηγόρου της Καβάλας κυρίου Κωνσταντίνου Μέλισσα (σπολλάτη, Νέστορα των νομικών, θερμές ευχαριστίες οφείλω) έδωσαν την απλούστατη και διόλου φαλλοκρατική απάντηση. Στην περίληψη της απόφασης, για την οποία μιλούμε, αναφερόταν ότι η γυναίκα ήταν «αγνώστου διαμονής» και ότι η εκδίκαση της αίτησης διαζυγίου έγινε «ερήμην της εναγομένης». Αυτοί οι δύο παράγοντες οδήγησαν στη δημοσίευση. Προκειμένου να καταστεί αμετάκλητη η διάζευξη, όταν συνέβαινε ένα από τα δύο (ερημοδικία ή άγνωστη διαμονή – στην περίπτωσή μας συνέβαιναν και τα δύο), το δικαστήριο διέταζε τη δημοσίευση της απόφασής του σε εφημερίδες, μία των οποίων έπρεπε να είναι «του κέντρου», δηλαδή πανελλήνιας κυκλοφορίας.
Μια οικογένεια διαλυόταν, με νόμιμο τρόπο και με απόλυτη διαφάνεια...
Κι εδώ, πεταγόμαστε έξι χρόνια μπροστά, σε οικογενειακά «ντράβαλα» και πάλι, πιο «ζουμερά», από αυτά που σήμερα τα κανάλια τα κάνουν σήριαλ, ή επί το λαϊκότερον «από τρίχα τριχιά».
Νοέμβριος 1958, λοιπόν. Πρωθυπουργός –μετά από δύο διαδοχικές εκλογικές νίκες- ο διάδοχος του Παπάγου, Κωνσταντίνος Καραμανλής και αξιωματική αντιπολίτευση η Αριστερά, με εκπρόσωπο την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά – ΕΔΑ. Εξελίξεις στο Κυπριακό, κεντρικό θέμα της εσωτερικής και διεθνούς πολιτικής ζωής, αλλά στην περιοχή μας ο Έρωτας «χτυπάει κατακέφαλα» (κυριολεκτώ).
Σε χωριό της περιοχής των Ελευθερών γιορτάζεται η γιορτή των Ταξιαρχών (νάτη η θρησκεία ως αφορμή κοινωνικότητας, μόνο που οι άνθρωποι τα «χαλάνε»). Πανηγυρικός εορτασμός και πολύς κόσμος συγκεντρωμένος. Μεταξύ τους και η ωραία 24χρονη Καβαλιώτισσα Λόλα Τ., «προκαλέσασα τον θαυμασμόν διαφόρων παρευρισκομένων εις την πανήγυριν νέων εκ των πέριξ χωρίων». Έλα, όμως, που δύο από τους θαυμαστές της νεαρής καλλονής ήταν και ξαδέλφια, ο συνομήλικός της Εύ. Γ. και ο 20χρονος Παν. Τσ. Το απόγευμα της γιορτής, 0 πρώτος προσκαλεί την κοπέλα να διανυκτερεύσει στο πατρικό του σπίτι και εκείνη αποδέχεται την πρόσκληση. Όταν το μαθαίνει ο δεύτερος, πηγαίνει – γύρω στα μεσάνυχτα- κάτω από το σπίτι του ξαδέλφου του και αρχίζει να τραγουδά. Ακούγοντας τα άσματα –μάλλον δεν έψαλλε απολυτίκια ο νεαρός κανταδόρος- ο φιλοξενών την Λόλα εξοργίζεται. Αρπάζει ένα ρόπαλο, βγαίνει από το σπίτι και καταφέρει ισχυρά χτυπήματα στον ξάδελφό του, «μέχρις ότου ούτος έπεσεν αιμόφυρτος επί του εδάφους». Ο χτυπημένος μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Καβάλας σε αφασία, ενώ ο δράστης συλλαμβάνεται και παραπέμπεται στον εισαγγελέα.
Ο Καραμανλής συνέχισε να κυβερνά για χρόνια, έφυγε, επανήλθε και πέθανε σε βαθιά γεράματα. Η Κύπρος έγινε ανεξάρτητη, αλλά όλο και ταλαιπωρείται. Ο δράστης και το θύμα του επεισοδίου στην περιοχή των Ελευθερών θα έχουν πια γεράσει (άραγε συμφιλιώθηκαν;) και το 24χρονο «μήλον της Έριδος» θα είναι μάλλον μια σεβάσμια ηλικιωμένη κυρία, που πιθανότατα έχει παιδιά και εγγόνια και που ίσως και να μη θυμάται εκείνο το βράδυ.
Στα οικογενειακά άλμπουμ όλων, είναι μάλλον απίθανο να υπάρχουν φωτογραφίες από εκείνον τον εορτασμό των Ταξιαρχών.
Και η ελληνική οικογένεια πορεύεται, προστατεύοντας τα παιδιά της...
Αποτελεσματικά, ή υστερικά και δίχως μέτρο;
Κι από τι;

Sunday, November 04, 2007

Κύπρος της αγάπης και του ονείρου...

Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο φύλλο του καβαλιώτικου ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟΥ (www.xronometro.gr) του Σαββατοκύριακου 3-4 Νοεμβρίου και μπορεί να θεωρηθεί (ως δέκατο που ήταν στη σειρά του ΧΡΟΝΟ-λόγου) ως το "10 το καλό". Έχει να κάνει με Κύπρο και ταραχές και (πιο πολύ) με νέα παιδιά. Μήπως αυτά είναι (πάντοτε) "το 10 το καλό" και πάνε -η μια γενιά πίσω από την άλλη "χαράμι"; Μήπως είχε δίκιο ο Μανόλης Αναγνωστάκης που έγραψε "Θυμούνται τα λόγια του πατέρα : εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες. Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους. Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα. Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους";
Ο τίτλος, του κειμένου, πάντως, ήταν "Ανήσυχα νιάτα..." και το περιεχόμενο είχε ως εξής:
Γη της λεμονιάς, της ελιάς
γη της αγκαλιάς, της χαράς
γη του πεύκου, του κυπαρισσιού
των παληκαριών και της αγάπης

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο

Γη του ξεραμένου λιβαδιού
γη της πικραμένης Παναγιάς
γη του λίβα, τ' άδικου χαμού
τ' άγριου καιρού, των ηφαιστείων

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο

Γη των κοριτσιών που γελούν
γη των αγοριών που μεθούν
γη του μύρου, του χαιρετισμού
Κύπρος της αγάπης και του ονείρου

Χρυσοπράσινο φύλλο
ριγμένο στο πέλαγο


«Χρυσοπράσινο φύλλο, ριγμένο στο πέλαγο» τη θέλησε να μοιάζει κι έτσι την περιέγραψε ο στιχουργός Λεωνίδας Μαλένης. Ο Μαλένης εμπιστεύτηκε τη γραφή του, για να την επενδύσει με μουσική ο Μίκης Θεοδωράκης, κι ο ομότιτλος δίσκος κυκλοφόρησε την 1η Οκτωβρίου του 1966. Το φθινόπωρο προχωρούσε, για να προϋπαντήσει το χειμώνα. Κι η Κύπρος –περί αυτής ο λόγος σήμερα- θα έμπαινε σιγά σιγά στον κυριολεκτικό χειμώνα, για να δυσκολεύεται να «ανοιξιάσει» ακόμα και σήμερα.
Έντεκα χρόνια νωρίτερα, χειμώνα κυριολεκτικό και κανονικό πια, το Δεκέμβριο του 1955, ο Γιώργος Σεφέρης της «δωρίζει» μια συλλογή ποιημάτων. Της δίνει τον τίτλο …Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν…, σημειώνοντας ότι η Κύπρος «είναι ένας τόπος όπου το θαύμα λειτουργεί ακόμη» και υπενθυμίζοντας ότι η σκέψη του –όπως κι ο ίδιος, άλλωστε, που πολύ την αγάπησε- βρέθηκε (για λίγο, αλλά με αγάπη μεγάλη, όπως η Ελένη του Ευριπίδη) «ες γην εναλίαν Κύπρον, ου μ΄εθέσπισεν Φοίβος παρεπιδημείν» (=στην Κύπρο, όπου με τοποθέτησε ο Απόλλωνας να ζήσω για κάποιον καιρό» (μονοτονικό: καλό, βολικό, αλλά χάνεται η σαφήνεια της έντασης στο λόγο, νομίζω). Με την άλλη του υπόσταση, αυτή του διπλωμάτη, με το πραγματικό του επώνυμο, Σεφεριάδης, θα παρακολουθήσει, μερικά χρόνια αργότερα, τις συνομιλίες που οδήγησαν στη δημιουργία της ανεξάρτητης από τη βρετανική αποικιοκρατία Κυπριακής Δημοκρατίας.
Στον αντίποδα, σήμερα, στην εποχή της τηλεοπτικής «δημοκρατίας των παραθύρων», τα ιθύνοντα «τσακάλια» των ιδιωτικών τηλεοπτικών διαύλων διακηρύσσουν και βεβαιώνουν ότι «το Κυπριακό δεν "πουλάει"» και μας πληροφορούν για τα συμβαίνοντα στο πολύπαθο νησί μόνο όταν είναι «εντυπωσιακά» και… νουμεροφόρα για την AGB. Το θέμα της Κύπρου –για την ακρίβεια, το αν οι συναυλίες του πρώτου με στόχο την ενίσχυση των «αδελφών Κυπρίων» εξυπηρετούσαν ανιδιοτελείς σκοπούς- απασχόλησε και τους δημοφιλείς καλλιτέχνες Γιώργο Νταλάρα και Τζίμη Πανούση και το… συζήτησαν κι αυτοί προ ολίγων ετών, αλλά δεν θα μπω σε λεπτομέρειες και (κυρίως) κρίσεις περί του ποιος είχε δίκιο: δεν μου περισσεύουν ούτε χρήματα για αποζημιώσεις αλλά ούτε και χρόνος για δικαστικές περιπέτειες.
Αυτά τα (πολλά;) εισαγωγικά στο σημερινό μας ταξίδι στο παρελθόν έχουν ένα κοινό στοιχείο: συνέβησαν μακριά από την Καβάλα, κάποια πριν και κάποια ύστερα από το συμβάν που θα σας γνωστοποιήσω σήμερα. Παρατέθηκαν απλώς για να τονιστεί το πόσο σημαντικό θεωρήθηκε κατά καιρούς το Κυπριακό ζήτημα και πώς αντιμετωπίστηκε από διάφορους, διαφορετικούς μεταξύ τους, ανθρώπους της σκέψης (και της επίδρασης στη σκέψη των άλλων).
«Μπαίνω στο ψητό», λοιπόν, και φεύγουμε ολοταχώς για πίσω. Πάμε μισόν αιώνα και περισσότερο σήμερα. Πενήντα δύο χρόνια ακριβώς, στις 3 Νοεμβρίου 1955, ημέρα Πέμπτη.
Πρωθυπουργός της χώρας, από το πρωί της 5ης Οκτωβρίου (ούτε μήνα δεν είχε συμπληρώσει στην εξουσία, όταν έγιναν τα όσα θα δούμε στη συνέχεια), μετά το θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου, είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ο 48χρονος Σερραίος χαίρει της εμπιστοσύνης του Παλατιού, γίνεται πρωθυπουργός παρά την ύστατη θέληση του Παπάγου και έχει στο ενεργητικό του μια πετυχημένη θητεία στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Όμως…
Όμως, δύο μήνες νωρίτερα, στις 6 Σεπτεμβρίου 1955, ο -κατάλληλα καθοδηγημένος από την αστυνομία της Πόλης- όχλος των Τούρκων της Ιστανμπούλ εφόρμησε στα σπίτια και τα καταστήματα των Ρωμιών της πάλαι ποτέ Βασιλίδας των Πόλεων, σκότωσε, έκαψε και ρήμαξε. Το «υποδειγματικά καλό κλίμα μεταξύ των δύο συμμάχων χωρών, ενταγμένων ταυτόχρονα στο ΝΑΤΟ το 1952» έγινε συντρίμμια. Ο Καραμανλής κληρονόμησε ένα πρόβλημα και μιαν ατμόσφαιρα εχθρότητας.
Και στην κατοικούμενη από Έλληνες και Τούρκους Κυπρίους Μεγαλόνησο, όμως, τα πράγματα δεν είναι ήρεμα. Το νησί ελέγχεται από τους Βρετανούς, αλλά, εκτός από τον ένοπλο αγώνα της ελληνοκυπριακής Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), γίνονται προσπάθειες για να διεθνοποιηθεί το ζήτημα της αυτοδιάθεσής του και περισσότερο της Ένωσης με την Ελλάδα: η τελευταία αποτελεί στόχο που ο Παπάγος προσπαθούσε να προωθήσει. Από τον Αύγουστο του 1954 έχει υποβληθεί σχετική προσφυγή της Ελλάδας στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και την ίδια μέρα οργανώνεται στην Αθήνα το πρώτο συλλαλητήριο για την Ένωση. Το συλλαλητήριο «χτυπιέται» από την Αστυνομία και οι τραυματίες, τόσο διαδηλωτές όσο και αστυνομικοί, είναι δεκάδες. Οι ΗΠΑ απαιτούν από την Ελλάδα την απόσυρση της προσφυγής και, όταν η απαίτησή τους απορρίπτεται, πετυχαίνουν την καταψήφισή της στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Τώρα, όμως, είμαστε (θυμίζω) στις αρχές Νοεμβρίου του 1955 και τα πράγματα στην Κύπρο είναι σύνθετα. Ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ εντείνεται, οι Βρετανοί ενισχύουν τις δυνάμεις κατοχής και σκληραίνουν τη στάση τους. Στην Ελλάδα, τα συλλαλητήρια έχουν γίνει καθημερινό φαινόμενο, με συμμετοχή κυρίως νεολαίων και μαθητών, και η κυβέρνηση δε φαίνεται να επιθυμεί τη συνέχισή τους. Μπορεί οι στόχοι της «αυτοδιάθεσης» και της Ένωσης να μην απέχουν από αυτούς της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Καραμανλή, αλλά οι συγκεντρώσεις και οι διαδηλώσεις δεν ανήκουν στις προτιμήσεις της συντηρητικής παράταξης ως μέθοδοι διεκδίκησης και επίτευξης των κάθε φορά ζητουμένων. Εκτός αυτού, ποιος μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν ταραχές ή ακόμη και εκμετάλλευση των μαχητικών διαθέσεων του πλήθους από την Αριστερά, σε κάποια αντικυβερνητική ή αντι-Δυτική κατεύθυνση;
Κι εδώ, φτάνουμε στην κεντρική πλατεία της Καβάλας. Ενώ το Υπουργείο Παιδείας επικοινωνεί τηλεφωνικώς με τους διευθυντές των σχολείων της Μέσης Εκπαίδευσης και τους διατάζει να εξαντλήσουν όλη την πειθώ τους πάνω στους μαθητές τους, ώστε να αποτρέψουν τη συμμετοχή των τελευταίων σε νέα συλλαλητήρια και παράλληλα στο Ηράκλειο ο εισαγγελέας καλεί στο γραφείο του τους καθηγητές και τους καθιστά υπευθύνους για τη συμπεριφορά των μαθητών τους, στην Καβάλα –όπως και στην Αθήνα, τον Τύρναβο και άλλες πόλεις- εκατοντάδες μαθητές έχουν συγκεντρωθεί και διαδηλώνουν. Η προσυγκέντρωση γίνεται μπροστά στο Εμπορικό Επιμελητήριο (από την ταράτσα του οποίου έχει ληφθεί η φωτογραφία που συνοδεύει αυτό το κείμενο και που προέρχεται από το αρχείο του εξαιρετικού συμπολίτη Λευτέρη Κελβερίδη, τον οποίο ευχαριστώ θερμά για την άδεια να τη δημοσιεύσω).

Οι διαδηλωτές ξεκινούν για το Αμερικανικό Κέντρο Πληροφοριών (βρισκόταν επί της οδού Ομονοίας, στο αριστερό μέρος του δρόμου, όπως κάποιος ανεβαίνει, για να κατευθυνθεί προς τον Άγιο Παύλο, εκεί περίπου όπου βρίσκεται σήμερα το κατάστημα γυναικείων ρούχων BSB, μόνο που τότε τα καταστήματα ήταν περισσότερα και πιο στενά). Ανάλογα Κέντρα λειτουργούσαν σε πολλές επαρχιακές πόλεις και το καθένα περιλάμβανε δανειστική βιβλιοθήκη, σχολή εκμάθησης αγγλικών, καθώς και χώρο με υλικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως φυλλάδια, χάρτες και «διαφωτιστικές» εκδόσεις σχετικά με τις ΗΠΑ και το ρόλο τους στην υπεράσπιση του «Ελευθέρου Κόσμου». Δύναμη της Χωροφυλακής έχει παραταχθεί λίγα μέτρα πριν από το Κέντρο, αποσκοπώντας στο να το προστατεύσει από επίθεση και καταστροφή. Οι νεαροί διαδηλωτές κινούνται προς το Κέντρο και αναχαιτίζονται από τη Χωροφυλακή. Θυμωμένοι και αποφασισμένοι να περάσουν, εκσφενδονίζουν μήλα, ντομάτες και μικροαντικείμενα εναντίον των ανδρών της αστυνομικής αρχής. Επικρατεί πανικός και ταραχή στη γύρω περιοχή, τα πέριξ καταστήματα κλείνουν και προκαλούνται τραυματισμοί και μώλωπες σε διαδηλωτές και αστυνομικούς. Σύντομα, οι μαθητές διαλύονται. Νέα απόπειρα για συγκέντρωση το απόγευμα δεν απέφερε καρπούς.
Μαθητές, εισαγγελείς, ταραχές, Υπουργείο Παιδείας σε κατάσταση ανησυχίας, εθνικά θέματα σε εξέλιξη, Κυπριακό σε έξαρση...με δυο λόγια, τα ίδια πράγματα και ζητήματα με σήμερα, αλλά σε διαφορετικό σημείο.
Οι Βρετανοί έφυγαν από την Κύπρο, αφού έστησαν αγχόνες και θανάτωσαν τον Καραολή και το Δημητρίου (η πλατεία της Καβάλας όπου βρίσκεται η αφετηρία των αστικών λεωφορείων φέρει τα ονόματα των δύο νεαρών αγωνιστών), η ανεξάρτητη Κυπριακή Δημοκρατία έγινε πραγματικότητα στα 1960, χωρίς το μαρτυρικό νησί να έχει ησυχάσει έκτοτε, οι νεαροί «ταραξίες» του 1955 με το μαθητικό πηλίκιο και την «κουκουβάγια» που το κοσμούσε είναι σήμερα παππούδες και θα ανησυχούν για «το πού πάει η σημερινή νεολαία».
Η ανήσυχη πάντοτε νεολαία…

Αντί 28, 29

Ως στήλη και...στηλοθέτης απεχθανόμαστε τα "μνημόσυνα", πολλώ δε μάλλον τα πανηγυρικά. Γι' αυτό, με μοναδική διευκρίνιση ότι θεωρώ σημαντικότερη από τους πανηγυρικούς τη μνήμη των ανθρώπων που πάλεψαν για να μη μας λένε όλους Φριτς, Τζούλιο ή Τοντόρ ....-ωφ και το να μη ξεχνάμε τα εκατομμύρια Εβραίων, Ιαπώνων της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι και άλλων δυστυχισμένων θυμάτων αυτού του φρικτού δεύτερου παραλογισμού της ανθρωπότητας (μας άρεσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος κι είπαμε να τον επαναλάβουμε για να τον εμπεδώσουμε...), "ανεβάζω" το περιεχόμενο του ΧΡΟΝΟ-λόγου της 28ης Οκτωβρίου 2007. Φιλοξενώσα εφημερίς το καβαλιώτικο ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ και τίτλος ο κάτωθι:

Μνήμη…29ης Οκτωβρίου

«Εθνική επέτειος» σήμερα και φυσικά η στήλη ΔΕΝ θα ασχοληθεί με τα του πολέμου του 1940.
«Η πόλις» θα πλέει «εις την γαλανόλευκον» (για να θυμηθούμε και το Μίνω Αργυράκη), θα δημοσιοποιηθούν μηνύματα της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας του τόπου που θα «επικαιροποιούν» (εσχάτως μας προέκυψε ο όρος, εξ ου και τα εισαγωγικά) τα διδάγματα της τιμώμενης εποχής, τα κανάλια θα ασχοληθούν με αφιερώματα (με ντοκιμαντέρ και αρχειακό υλικό τα κρατικά, με κινηματογραφικές επαναλήψεις κι «ανακεφαλαιώσεις» τύπου «Υπολοχαγός Νατάσσα» και «Υποβρύχιο Παπανικολής» τα ιδιωτικά – εμπορικά), θα παρελάσουν, ευσταλείς και ευθυτενείς, μαθητές και ένστολοι…ας μην προστεθούμε κι εμείς και το παραβαρύνουμε.
Ας πάμε κάμποσο πίσω, αλλά όχι στα 1940. Ας μου επιτραπεί να σας μεταφέρω για μια φορά ακόμη 46 χρόνια πίσω, σε ένα άλλο τέλος Οκτωβρίου: όχι στις 28, αλλά στις 29 Οκτωβρίου 1961.
Είναι Κυριακή, η εθνική επέτειος έχει τιμηθεί την προηγουμένη με παρελάσεις και γιορτές και σήμερα γίνονται εκλογές.
Ξαναμιλήσαμε γι’ αυτή την αναμέτρηση. Πριν από δύο εβδομάδες έγραψα για την προεκλογική ομιλία του Γεωργίου Παπανδρέου στην Καβάλα στις 13 Οκτωβρίου 1961. Σήμερα θα ασχοληθούμε με το κύριο μέρος των εκλογών, τη διεξαγωγή τους.
Θυμίζω ότι οκτώ μήνες νωρίτερα, το Φεβρουάριο του 1961, πολιτικοί από το χώρο μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, έχουν συμπήξει την Ένωση Κέντρου. Η δημιουργία της ήταν αναγκαία και ζήτημα πολιτικής ύπαρξης για τους πολιτικούς του συγκεκριμένου χώρου, αφού στις εκλογές που είχαν γίνει τρία χρόνια νωρίτερα, το Μάιο του 1958, η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ - νόμιμη έκφραση του, από το 1947, παράνομου Κ.Κ.Ε.) είχε αναδειχθεί αξιωματική αντιπολίτευση με ποσοστό 25% και 79 βουλευτές. Εννιά μόλις χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, η Αριστερά «σήκωνε κεφάλι». Το Κέντρο κινδύνευε να μείνει εκτός του πολιτικού παιχνιδιού και η αναμέτρηση να εξελιχθεί σε αντιπαράθεση Εθνικής Ριζοσπαστικής Ένωσης (κόμματος του από το 1955 πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή) και ΕΔΑ. Το εκλογικό μόρφωμα, μάλιστα, που εκφράζει το χώρο του Κέντρου αποτελείται από το συνασπισμό της Ένωσης Κέντρου και του Κόμματος των Προοδευτικών του –βασιλόφρονος, παλαιού συναδέλφου με τον Καραμανλή στην κυβέρνηση Παπάγου, αλλά φανατικού αντιπάλου του Σερραίου πρωθυπουργού- Σπύρου Μαρκεζίνη. Αντίστοιχα, η ΕΔΑ συνεργάζεται με το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα (ΕΑΚ) και «κατεβαίνει» ως ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικόν Αγροτικόν Μέτωπον Ελλάδος). Το κλίμα είναι έντονα αντικομμουνιστικό και συνεπώς αντι-ΕΔΑ και αντι-ΠΑΜΕ. Οι «κακές γλώσσες» της Αριστεράς, μάλιστα, λένε πως η Ασφάλεια έχει δώσει οδηγίες στους εισπράκτορες των αστικών λεωφορείων της χώρας να μη φωνάζουν «Πάμε» στον οδηγό, μόλις ολοκληρωθεί η άνοδος και η κάθοδος των επιβατών από το όχημα, αλλά κάτι άλλο: «Φύγαμε», «Ξεκίνα» κλπ.
Η κυβέρνηση Καραμανλή από τη μεριά της, σίγουρη για τη νίκη της, έχει παραχωρήσει τη θέση της σε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό την προεδρία του στρατηγού Κωνσταντίνου Δόβα, αρχηγού του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά Παύλου. Ο Καραμανλής, βέβαια, είχε προτείνει για υπηρεσιακό πρωθυπουργό το στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο, αλλά το Παλάτι είχε απαιτήσει να αναλάβει το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ο «δικός του» πτέραρχος Ποταμιάνος, πράγμα που ο Τσακαλώτος δεν δεχόταν και που τελικά…συνέβη. Έτσι, αντί του Τσακαλώτου επελέγη ο Δόβας.
Η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη. Κάποιοι από τους τότε υποστηρικτές της Ένωσης Κέντρου και της ΕΔΑ υποστηρίζουν (είναι χαρακτηριστική η μετεκλογική αρθρογραφία των προσκείμενων στους δύο χώρους εφημερίδων - βλ. χαρακτηριστικό δείγμα αμέσως παρακάτω: προέρχεται από την φιλικά προσκείμενη στον Γ. Παπανδρέου Ελευθερία) ότι εφαρμόστηκε το σχέδιο «Περικλής» που περιλάμβανε μέτρα και ενέργειες για τη στήριξη της κυβερνητικής ή τουλάχιστον της «καθεστωτικής» (δηλαδή της αντικομμουνιστικής) πλευράς και παράταξης, με σκοπό την «παντοιοτρόπως και διά παντός μέσου απόκρουσιν του κομμουνιστικού κινδύνου κατά της Πατρίδος». Ακόμη, ακούστηκαν καταγγελίες για εκφοβισμό πολιτών που το 1958 είχαν ψηφίσει ΕΔΑ, καθώς και για «μαγειρέματα» στην ψήφο στρατιωτικών και οργάνων της Χωροφυλακής.

Βέβαια, το εκλογικό σύστημα είναι αναλογικότερο από τα προηγούμενα και η κυβέρνηση έχει να επιδείξει έργο στους τομείς της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, των υποδομών και της αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Φαίνεται, όμως, πως δίπλα στην κυβέρνηση, συνεχίζει να λειτουργεί το «παρασύνταγμα», δηλαδή οι νόμοι που κάνουν δύσκολη τη ζωή όλων των «αντιφρονούντων», πραγματικών και φανταστικών, καθώς και το παρακράτος, κάποτε -ή και συχνά- εν αγνοία της. Αυτό το παρακράτος– κάποιοι χρεώνουν το φόνο ΚΑΙ στο Παλάτι- το Μάιο του 1963 θα σκοτώσει το βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη και θα κάνει τον Καραμανλή να αναφωνήσει «Ποιος, τέλος πάντων, κυβερνά αυτό τον τόπο;», να συγκρουστεί με το Παλάτι και να φύγει τελικά από την Ελλάδα.
Το κλίμα, λοιπόν, είναι φορτισμένο και η πάλαι ποτέ «κόκκινη» Καβάλα το βιώνει έντονα. Έχει προηγηθεί η ομιλία του Γεωργίου Παπανδρέου, για την οποία μιλήσαμε ήδη, και στελέχη της ΕΡΕ και της ΕΔΑ - ΠΑΜΕ έχουν περιτρέξει το νομό και την πόλη. Κάποιοι τοτινοί πιτσιρικάδες, παιδιά καπνεργατών και άλλων μεροκαματιάρηδων, θυμούνται πως τα ψηφοδέλτια της ΕΔΑ-ΠΑΜΕ διακινούνταν από τα δικά τους, «υπεράνω υποψίας», χέρια και ότι οι πατεράδες τους μαζεύονταν σε σπίτια, για να ακούσουν –όλοι πλην ενός, ο οποίος φύλαγε «τσίλιες» έξω από το σπίτι- τη «Φωνή της Αλήθειας», τον παράνομο ραδιοσταθμό του ΚΚΕ.
Υποψήφιοι βουλευτές ήταν από την ΕΡΕ οι Αύγουστος Θεολογίτης, παλαίμαχος πολιτικός από τη Θάσο και τότε Υπουργός Βορείου Ελλάδος, Νικόλαος Μάρτης, δικηγόρος από τη Μουσθένη, Κωνσταντίνος Βενέτης, απόστρατος αξιωματικός, Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, γιατρός και βουλευτής από το 1936 (πατέρας του επί σειρά τετραετιών βουλευτή και υπουργού των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων Καραμανλή και παππούς του συνονόματού του, σημερινού βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας), ενώ το ψηφοδέλτιο συμπλήρωναν οι Συμεών Ανανιάδης και Αντώνιος Δρόσος.


Από την Ένωση Κέντρου υποψήφιοι ήταν οι Θεόδωρος Μανωλόπουλος (με προέλευση από το Κόμμα Προοδευτικών), Θεόδωρος Λυμπερίδης, δικηγόρος (προερχόμενος από το «Δημοκρατικό Κέντρο» του Γεωργίου Παπανδρέου), Σταύρος Νικολαΐδης, παλιός βουλευτής και υπουργός, και Λεόντιος Λυμπέρης, δικηγόρος.


Τέλος, από την ΕΔΑ – ΠΑΜΕ, το ψηφοδέλτιο στελέχωναν οι Νικόλαος Δαρέλας, καπνεργάτης, Μαρία Διπλού, καπνεργάτρια, Κωνσταντίνος Κωνσταντάρας, απότακτος αξιωματικός και Διοικητής του 26ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ επί Κατοχής, Άγγελος Λασκαρίδης, δασολόγος από τη Θάσο, Χαράλαμπος Σωτηρέλης, δενδροκόμος, και Γιώργoς Τσαρουχάς, δικηγόρος.


Οι εγγεγραμμένοι στο νομό ήταν 104.214, ψήφισαν 85.211 και τα έγκυρα ψηφοδέλτια ήταν 84.881. Ψήφισαν 3.178 στρατιωτικοί.
Η ΕΡΕ πήρε 43.438 ψήφους (έναντι 30.395 το 1958) και ποσοστό 51% (έναντι 39% το 1958) και εξέλεξε 3 βουλευτές (το Μάρτη με 14.405 σταυρούς, το Θεολογίτη με 11.409 και το Βενέτη με 8.261). Η Ένωση Κέντρου πήρε 25.318 ψήφους (έναντι 25.666 το 1958) και ποσοστό 30% (έναντι 33% το 1958), εκλέγοντας –παρά την πτώση της σε ψήφους και ποσοστό- 2 βουλευτές (το Μανωλόπουλο και το Λυμπερίδη) έναντι ενός το 1958. Τέλος, η ΕΔΑ – ΠΑΜΕ ήταν ο «μεγάλος χαμένος» της αναμέτρησης, αφού πήρε 16.123 ψήφους και ποσοστό 19% (έναντι 21.946 και 28% αντίστοιχα το 1958) και εξέλεξε έναν βουλευτή έναντι 2 το 1958. Ο μοναδικός βουλευτής του ΠΑΜΕ ήταν ο δικηγόρος, νομάρχης Καβάλας επί ΕΑΜικής «Λαϊκής Αυτοδιοίκησης» και κατοπινό (Μάιος 1968) θύμα των βασανιστών - οργάνων της χούντας Γιώργης Τσαρουχάς.
Ήταν η τελευταία εκλογική νίκη του Καραμανλή πριν από τη δικτατορία.
Τα όσα συνέβησαν αργότερα θα τα πούμε με την πρώτη ευκαιρία. Στην προδικτατορική οκταετία του, πάντως, θα αναφερθούμε επανειλημμένα, αφού έγιναν πολλά στην Καβάλα και στην περιοχή της από το 1955 μέχρι το 1963.
Υγεία να υπάρχει και όρεξη για αποφυγή πανηγυρικών…


Απορίες πρώην οπαδού (γενικώς...)

Όγδοη "επίθεση" στη διανοητική ηρεμία της επαρχιακής γενέτειρας και της διαδικτυακής σφαίρας με άλλες σφαίρες (έτσι λέγανε παλιά τις μπάλες). Υπενθυμίζεται ότι το κείμενο είναι η εβδομαδιαία συνεισφορά στο ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ (www.xronometro.gr) της Καβάλας, η στήλη λέγεται ΧΡΟΝΟ-λόγος και αυτήν τη φορά το πόνημα (που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 21ης Οκτωβρίου, αλλά "ανεβαίνει" στο blog με καθυστέρηση...) επιγράφεται "Πάλι με χρόνια, με καιρούς;"

Το πρωτάθλημα αρχίζει,
η εξέδρα πλημμυρίζει
γίνεται χαμός σε κάθε γκολ
Mα το ντέρμπι είναι στημένο,
κι από πριν ξεπουλημένο
κι εσύ πνίγεσαι με δίχρωμα κασκόλ

Ελλάς, Ελλάς,
τι θα γίνει, φίλε μου, με μας
Ελλάς, Ελλάς,
μίλα μας και μη μας αγαπάς

Μπόρα είπες θα περάσει
μα ο κόσμος τα 'χει χάσει
τα σκουπίδια δίνουν πάρτυ στα στενά
Τα FM και τα κανάλια
έχουν σφίξει σαν τανάλια
κι οι αφίσες φτύνουν μέλι με καρφιά

Ελλάς, Ελλάς..

Μέσα σ' όλη αυτή τη δίνη
όρθιο πες μου τι θα μείνει
σου φωνάζω μα εσύ δε μου μιλάς
Ψάχνεις για το μεγαλείο
που σου μάθαν στο σχολείο
κι εγώ ξένος μετανάστης σου Ελλάς

Ελλάς, Ελλάς..

Δε γουστάρω τα στημένα,
έρχομαι ξανά σε σένα
δυο μαζί μπορούμε, δωσ' μου δυο φιλιά
όλα μοιάζουνε χαμένα
μα καλή μου έχω εσένα
παίρνω φόρα απ' τη δική σου αγκαλιά

Ελλάς, Ελλάς..
Στίχοι και μουσική του ψυχολόγου Σταμάτη Μεσημέρη.

Επιτέλους, καλές μέρες για τις πολύπαθες ομάδες της Εθνικής Ελλάδας των Ανδρών και του Αθλητικού Ομίλου Καβάλας (τώρα ονομάζεται PUMA - Νέος Α.Ο.Κ., αν γνωρίζω καλά). Φαίνεται πως αμφότερες μπήκαν και πάλι σε τροχιά επιτυχιών. Τώρα, βέβαια, μένει να δούμε αν οι καλές εμφανίσεις και τα θετικά αποτελέσματα θα συνεχιστούν. Μακάρι, να γελάσει και πάλι το χειλάκι μας…
Γιατί όμως αυτή η ποδοσφαιρολογία σήμερα, σε μια στήλη που κατεξοχήν ασχολείται με την πολιτική ιστορία; Οι λόγοι είναι δύο και απλούστατοι: αφενός, επειδή σκέφτηκα ότι οι αναμετρήσεις στο (ελληνικό, κυρίως) ποδόσφαιρο είναι συχνά συναρπαστικότερες από αυτές στην πολιτική (τουλάχιστον στο τμήμα της που αφορά τους «παίκτες», δηλαδή τις ηγεσίες) και αφετέρου, επειδή από την αναμέτρηση στην οποία θα αναφερθούμε σήμερα συμπληρώνονται 41 χρόνια.
Θα μου επιτραπεί να γράψω μερικές γραμμές, για να εξηγήσω τον πρώτο από τους προαναφερθέντες λόγους. Θαρρώ, που λέτε, ότι στο (ελληνικό, κυρίως, επαναλαμβάνω) ποδόσφαιρο τα αποτελέσματα σχετίζονται -πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στην πολιτική «κορυφών»- με τις ικανότητες των παικτών, την προσπάθειά τους και τη χάραξη τακτικής και στρατηγικής. Σπάνια, δηλαδή, προκόβουν οι ομάδες που βασίζονται στους αθέμιτους παράγοντες, στο σύστημα «γιούργια», στο «βρώμικο» παιχνίδι και στην προχειρότητα. Κι αν προκόψουν «εντός των τειχών», στο χωριό, στην πόλη, στη χώρα, θα «πατώσουν», μόλις βρεθούν σε ξένο έδαφος, στα μεγάλα γήπεδα. Αφήστε, που όταν οι οπαδοί –δε νομίζω κανείς νοήμων άνθρωπος να πιστεύει ότι υπάρχουν «φίλαθλοι» στα σημερινά ελληνικά ποδοσφαιρικά γήπεδα- φτάσουν να αισθανθούν ή να καταλάβουν ότι «το ντέρμπι είναι στημένο κι από πριν ξεπουλημένο» (στίχος από το τραγούδι που προηγείται του παρόντος κειμένου και που τραγούδησε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου το 1989), τότε…ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε! Στην πολιτική, πάλι, δεν είμαι βέβαιος ότι προκόβουν οι ταλαντούχοι, οι μεθοδικοί και οι έχοντες πρόγραμμα. Όσο για την «εξέδρα», μάλλον δεν πολυαντιδρά στα «στημένα»…
Αρκετά, όμως, με τις εμβριθείς πολιτικοποδοσφαιρικές αναλύσεις του σήμερα. Πάμε στο ασφαλές μας «χθες», να «θυμηθούνε οι παλιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι»: θα γυρίσουμε, όπως είπαμε, 41 χρόνια πίσω, στον Οκτώβριο του 1966, όταν ο κραταιός Ολυμπιακός Πειραιά φιλοξενούσε την ισχυρή –αν και ανήκουσα στη Β΄ Εθνική Κατηγορία- ομάδα του Α.Ο. Καβάλας.
Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 1966, λοιπόν. Η ομάδα του Πειραιά, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της για το πρωτάθλημα της Α΄ Εθνικής (τη χρονιά εκείνη, το πρωτάθλημα ξεκίνησε λίγο αργότερα), υποδέχεται σε φιλικό παιχνίδι τη μακεδονική ομάδα. Είναι ο τελευταίος αγώνας προετοιμασίας των «ερυθρόλευκων», αφού το πρωτάθλημα ξεκινά την ερχομένη Κυριακή, 23 του μήνα. Ο αγώνας διεξάγεται στο Στάδιο Καραϊσκάκη, ενώπιον 6.000 θεατών (έχουν κοπεί 5.700 εισιτήρια).
Οι δύο ομάδες εμφανίζονται στον αγωνιστικό χώρο με τις ενδεκάδες που θα χρησιμοποιήσουν στους αγώνες της Κυριακής. Ο Α.Ο.Κ. «κατεβάζει» τους Χατζηιωάννου, Ανέστη, Κούντουρα, Τσεντεμεΐδη, Σεϊτανίδη, Μιχαηλίδη, Μοδούρα, Μπλέκο, Γκαρανάτσιο, Μπαρμπαλέξη και Καραμπετάκη (ο οποίος πέθανε σχετικά πρόσφατα). Ο Ολυμπιακός πρόκειται να ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη την Κυριακή, για να αντιμετωπίσει το φιλόδοξο Ηρακλή και οι παίκτες του γνωρίζουν πως τους περιμένει μια έδρα – «φωτιά». πολύ δε περισσότερο, που η ποδοσφαιρική Θεσσαλονίκη είναι ανάστατη, αφού εκκρεμεί το θέμα της «αρπαγής» (δηλαδή της προσπάθειας του Ολυμπιακού για την απόκτηση, χωρίς τη συναίνεση της ομάδας του, έναντι υψηλού τιμήματος) του Θεσσαλονικιού αστέρα του ποδοσφαίρου Γιώργου Κούδα από τον ΠΑΟΚ.
Η ομάδα του Α.Ο.Κ. αντιμετωπίζει θαρραλέα το μεγάλο αντίπαλο, ο οποίος δεν ικανοποιεί τους θεατές. Οι ποδοσφαιριστές της πειραιώτικης ομάδας δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα, ενώ κυρίαρχο πρόβλημα φαίνεται να είναι η αδυναμία τους να συνδυαστούν και να απειλήσουν την εστία του αντιπάλου.
Ο Α.Ο.Κ., από την άλλη, παρατάσσεται με σαφή αμυντικό προσανατολισμό και με πρόθεση να μη χάσει. Οι παίκτες του αγωνίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της αναμέτρησης με πάθος, αλλά ταυτόχρονα με ευπρέπεια και «εντός των αθλητικών πλαισίων», κατά την ορολογία της εποχής.
Με καλύτερους τους Κούντουρα, Μοδούρα και Μπαρμπαλέξη, ο Α.Ο.Κ. προσπάθησε να κρατήσει τους πολλούς διεθνείς παίκτες του περσινού πρωταθλητή μακριά από το τέρμα του επίσης διακριθέντος Χατζηιωάννου.

Δυστυχώς, όμως, ο μέτριος Ολυμπιακός κατάφερε να πετύχει τρία γκολ. Ο τρομερός Γιώργος Σιδέρης «χτύπησε» στο 36ο λεπτό (στη φωτογραφία η επίτευξη του πρώτου γκολ), στο 39ο με πέναλτυ και στο 75ο. Δύο σουτ του Βασιλείου βρήκαν τα δοκάρια της Καβάλας.
Ήταν μια άδικη ήττα για την ομάδα του Α.Ο.Κ. και μια καλή εμφάνισή της μέσα στην έδρα του πειραϊκού συλλόγου.
Ο Ολυμπιακός νίκησε την Κυριακή στη Θεσσαλονίκη τον Ηρακλή με 1-0 («δράστης» ήταν και αυτή τη φορά ο Σιδέρης, που κατέκτησε και τη θέση του πρώτου σκόρερ του πρωταθλήματος με 24 γκολ συνολικά) και πήρε τον τίτλο του πρωταθλητή και για την ποδοσφαιρική χρονιά 1966-1967.
Ο Α.Ο.Κ. διέγραψε μια αξιοσημείωτη πορεία στα χρόνια που ακολούθησαν (θυμίζουμε ότι ο σύλλογος είχε ιδρυθεί μόλις στα 1965) και βρέθηκε στα «σαλόνια» της Α΄ Εθνικής για αρκετά χρόνια. Με κάθε ευκαιρία θα αναφερθούμε μελλοντικά σε άλλους αγώνες που έδωσε και στις διακρίσεις του.
Δυστυχώς, η πορεία του ήταν καθοδική στη συνέχεια. Ελπίζω κάποτε (σύντομα) να ανακάμψει.
Ίσως η πορεία του να ήταν παράλληλη με αυτήν της πόλης. Ποιος ξέρει…